Μουσικές βιογραφίες και μικρές αλήθειες τραγουδιστών, καλλιτεχών, μουσικών, στιχουργών, ποιητών και πολλών άλλων ΕΔΩ
▼
23/2/15
Βάσος Κωνσταντίνου
Εκ Λεμεσού, Φασούλας
Ο κύριος Βάσος Κωνσταντίνου έγινε πάρα πολύ γνωστος και αγαπητός στο κυπριακό τηλεοπτικό κοινό μέσα από τις θρυλικές εμφανίσεις του στις αθλητικές εκπομπές του Ανδρέα Πογιατζή στο ΡΙΚ "Φάσεις και Γκολ". Υπήρξε για 25 περίπου χρόνια διαιτητής πολλών αθλημάτων και εργαζόταν ως εκπαιδευτικός Φυσικής Αγωγής στα σχολεία της Κύπρου. Ως KαθηγητήςΔιαιτησίας παρέδιδε μαθήματα διαιτησίας προς τους φιλάθλους, τους αθλητικογράφους, τους ποδοσφαιριστές και φυσικά στους νέους διαιτητές. Είναι μέλος και της ΕΑΚ. Το 1959 παντρεύτηκε την σπουδαία κύπρια ηθοποιό Βάνια Κωνσταντίνου και μαζί απέκτησαν την Ιόλη και το Γιάννη. Το μεράκι του όμως για το παραδοσιακό τραγούδι, τον έκανε να βγάλει και δίσκο αποδεικνύοντας σε όλους ότι το κατέχει και αυτό το "άθλημα". Τέλος έγραψε και βιβλία σχετικά με την Λεμεσό.
Ήρταν οι σήκωσες
https://www.youtube.com/watch?v=T63EKwFGOpU
Κυπριακό Παραδοσιακό που ακούγεται την Καθαρά Δευτέρα
Εκτέλεση: Βάσσος Κωνσταντίνου
Με την Καθαρά Δευτέρα ξεκινά η Σαρακοστή για την Ορθόδοξη εκκλησία, ενώ ταυτόχρονα σημάνει το τέλος των Απόκρεω. Η Καθαρά Δευτέρα ονομάστηκε έτσι γιατί οι Χριστιανοί "καθαρίζονταν" πνευματικά και σωματικά.[1] Είναι μέρα νηστείας αλλά και μέρα αργίας για τους Χριστιανούς. Η νηστεία διαρκεί για 40 μέρες, όσες ήταν και οι μέρες νηστείας του Χριστού στην έρημο.
Την Καθαρά Δευτέρα συνηθίζεται να τρώγεται λαγάνα (άζυμο ψωμί που παρασκευάζεται μόνο εκείνη τη μέρα), ταραμάς και άλλα νηστίσιμα φαγώσιμα, κυρίως λαχανικά, όπως και φασολάδα χωρίς λάδι. Επίσης συνηθίζεται το πέταγμα χαρταετού.
Η Καθαρά Δευτέρα εορτάζεται 48 ημέρες πριν την Κυριακή της Ανάστασης του Χριστού, το χριστιανικό Πάσχα.
Με την ονομασία κούλουμα χαρακτηρίζεται ο υπαίθριος πανηγυρισμός της «Καθαρής Δευτέρας». Wiktionary logo Το Βικιλεξικό έχει λήμμα που έχει σχέση με το λήμμα: κούλουμα
Δεν έχει εξακριβωθεί η αρχαία προέλευση της εορτής αυτής που αποτελεί θρησκευτική εορτή κατά την οποία εορτάζεται η αμέσως μετά της Αποκριάς έναρξη της Τεσσαρακοστής. Οι γιορτάζοντες τα «Κούλουμα» τρώνε άζυμο άρτο «λαγάνες» ενώ καταναλώνουν κυρίως νηστίσιμα φαγητά λεγόμενα σαρακοστιανά όπως π.χ. ταραμά, ταραμοσαλάτα, θαλασσινά, ελιές, κρεμμύδια, διάφορα λαχανικά, χαλβά κ.ά..
Η γιορτή αυτή είναι πανελλήνια και κατ΄ άλλους έχει αθηναϊκή καταγωγή, ενώ κατ΄ άλλους βυζαντινή. Στην Κωνσταντινούπολη γιορταζόταν έντονα από πλήθος κόσμου που συνέρρεε σε ένα από τους επτά λόφους της πόλης και συγκεκριμένα σ΄ εκείνο του ελληνικότατου οικισμού των «Ταταούλων».
Στην Αθήνα από πολλές δεκαετίες προ του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου τα Κούλουμα γιορταζόταν στις πλαγιές του λόφου του Φιλοπάππου όπου οι Αθηναίοι «τρωγόπιναν» καθισμένοι στους βράχους από το μεσημέρι μέχρι τη δύση του Ήλιου. Οι περισσότεροι χόρευαν από τους ήχους πλανόδιων μουσικών, κατά παρέες, είτε δημοτικούς είτε λαϊκούς χορούς υπό τους ήχους «λατέρνας».
Το σούρουπο όλοι οι Ρουμελιώτες γαλατάδες της Αθήνας έστηναν λαμπρό χορό κυρίως τσάμικο γύρω από τους στύλους του Ολυμπίου Διός παρουσία των Βασιλέων και πλήθους κόσμου.
Σήμερα τα Κούλουμα γιορτάζονται σχεδόν σε όλες τις πόλεις της Ελλάδας μαζί με το κύριο της ημέρας έθιμο του πετάγματος του «χαρταετού».
Από τις πιο χαρακτηριστικές παραδόσεις και τα πιο ζωντανά έθιμα του Κυπριακού Λαού είναι οι Σήκωσες, που γιορτάζονται με ιδιαίτερο κέφι την τελευταία Κυριακή της Αποκριάς. Λέγονται Σήκωσες γιατί το βράδυ αυτής της μέρας, ύστερα από το γλέντι και το φαγοπότι, «σηκώνουνται» από τα τραπέζια όλα τα κρεατινά και κάθε άλλο αρτύσιμο φαγητό.
Με τις Σήκωσες, στα χωριά της Κύπρου, το γλέντι φτάνει στο κορύφωμά του. Οι φιλικές και συγγενικές οικογένειες μαζεύονται σε κάποιο σπίτι παίρνοντας μαζί τους και τα φαγητά που ετοίμασαν. Βέβαια ένα γλέντι δεν είναι ολοκληρωμένο χωρίς το τραγούδι. Στα παλιά χρόνια συνήθιζαν να λένε τα γνωστά «τσιαττιστά», δίστιχα αυτοσχέδια τραγούδια, τα οποία αντάλλασαν μεταξύ τους οι συνδαιτημόνες, λέγοντας παράλληλα πειράγματα ή φιλοφρονήσεις. Αυτό συνηθίζεται ακόμα και σήμερα σε ορισμένα χωριά. . Πρώτος αρχίζει συνήθως ο σπιτονοικοκύρης. Κρατώντας ψηλά το ποτήρι του γεμάτο κρασί απευθύνεται στους καλεσμένους του λέγοντας: Καλώς ήρταν οι ξένοι μου απού τα σιίλια μίλια, καλλιόν θέλω τους ξένους μου παρά να΄ χω τα σιίλια. Ενώ πίνει στην υγεία των καλεσμένων του, αυτοί του ανταποδίδουν την πρόποση με ένα δικό τους δίστιχο : Στα σπίθκια που καθούμαστιν πέτρα να μεν ραϊσει τζι΄ο νοικοτζύρης του σπιθκιού σιίλια χρόνια να ζήσει. Καλώς ήρταμεν τζιαι ηύραμεν τα σπίδκια τα μιάλα απού να τρέξει πόσσω τους το μέλιν τζιαι το γάλαν. Καλώς ήρταμεν τζι’ ηύραμεν την τράπεζαν στρωμένην τζιαι τζιείνη που την έστησεν άξια, προκομμένη. Τα σπίθκια όπου ήρταμεν γύρου-τριγύρου δέντρη, έχουν ευγενικήν κυράν τζι’ ευγενικόν αφέντην. Μετά από αυτά τα φιλοφρονητικά λόγια ο νοικοκύρης ή κάποιος άλλος καλεσμένος απαντά: Το στόμαν που τραούδησεν εν να το ασημώσω μήλον που τον Παρά(δ)εισον να κόψω να του δώσω. Επισφραγίζοντας ο οικοδεσπότης τις αμοιβαίες φιλοφρονήσεις απαντά: Σιίλια καλώς ευρέθημαν τζιαι πάλε να βρεθούμεν τζιαι περισσόττερες χαρές να καταξιωθούμεν. Μετά από τα πιο πάνω όλοι χτυπούν τα πιρούνια στα πιάτα τους, θέλοντας με τον τρόπο αυτό να δείξουν ότι πρέπει να αρχίσει το σερβίρισμα.
Το τραγούδι όμως δε σταματά εδώ. Μετά το φαγοπότι αρχίζουν και πάλι να τραγουδούν με το ίδιο κέφι και την ίδια διάθεση: Εφύασιν οι σήκωσες, πάνε τζ΄οι τυρινάες που τραουδούν οι παίδενες τζαι κλαίουσιν οι ρκάες. Εφύασιν οι σήκωσε πάνε τζ΄ οι τυρινάες τζ΄ εμείνασιν οι κορασιές με δίχως τους αντράες.
Το κέφι ανάβει και οι επευφημίες και οι αμοιβαίες φιλοφρονήσεις ακολουθούν κάθε επιτραπέζιο τραγούδι. Εκείνο όμως που τονίζει περισσότερο την ευθυμία και τον ενθουσιασμό των παρευρισκομένων είναι το χτύπημα των πιρουνιών στα πιάτα ή τα ποτήρια, που τώρα έχει τη θέση χειροκροτημάτων. Τσουγκρίζοντας κατά τη διασκέδαση τα ποτήρια τους, εύχονται ο ένας στον άλλον «καλόμ Πάσκαν να φτάσουμεν».
΄Οταν τελειώσει το φαγοπότι και σηκωθούν από το αποκριάτικο τραπέζι, κάνουν πάντα το σταυρό τους. Αποχαιρετιούνται ευχόμενοι ο ένας στον άλλον «τζιαι του χρόνου να φτάσουμεν με υγείαν».
Με την Καθαρά Δευτέρα ξεκινά η Σαρακοστή για την Ορθόδοξη εκκλησία, ενώ ταυτόχρονα σημάνει το τέλος των Απόκρεω. Η Καθαρά Δευτέρα ονομάστηκε έτσι γιατί οι Χριστιανοί "καθαρίζονταν" πνευματικά και σωματικά.[1] Είναι μέρα νηστείας αλλά και μέρα αργίας για τους Χριστιανούς. Η νηστεία διαρκεί για 40 μέρες, όσες ήταν και οι μέρες νηστείας του Χριστού στην έρημο.
ΑπάντησηΔιαγραφήΤην Καθαρά Δευτέρα συνηθίζεται να τρώγεται λαγάνα (άζυμο ψωμί που παρασκευάζεται μόνο εκείνη τη μέρα), ταραμάς και άλλα νηστίσιμα φαγώσιμα, κυρίως λαχανικά, όπως και φασολάδα χωρίς λάδι. Επίσης συνηθίζεται το πέταγμα χαρταετού.
Η Καθαρά Δευτέρα εορτάζεται 48 ημέρες πριν την Κυριακή της Ανάστασης του Χριστού, το χριστιανικό Πάσχα.
Με την ονομασία κούλουμα χαρακτηρίζεται ο υπαίθριος πανηγυρισμός της «Καθαρής Δευτέρας».
Wiktionary logo
Το Βικιλεξικό έχει λήμμα που έχει σχέση με το λήμμα:
κούλουμα
Δεν έχει εξακριβωθεί η αρχαία προέλευση της εορτής αυτής που αποτελεί θρησκευτική εορτή κατά την οποία εορτάζεται η αμέσως μετά της Αποκριάς έναρξη της Τεσσαρακοστής. Οι γιορτάζοντες τα «Κούλουμα» τρώνε άζυμο άρτο «λαγάνες» ενώ καταναλώνουν κυρίως νηστίσιμα φαγητά λεγόμενα σαρακοστιανά όπως π.χ. ταραμά, ταραμοσαλάτα, θαλασσινά, ελιές, κρεμμύδια, διάφορα λαχανικά, χαλβά κ.ά..
Η γιορτή αυτή είναι πανελλήνια και κατ΄ άλλους έχει αθηναϊκή καταγωγή, ενώ κατ΄ άλλους βυζαντινή. Στην Κωνσταντινούπολη γιορταζόταν έντονα από πλήθος κόσμου που συνέρρεε σε ένα από τους επτά λόφους της πόλης και συγκεκριμένα σ΄ εκείνο του ελληνικότατου οικισμού των «Ταταούλων».
Στην Αθήνα από πολλές δεκαετίες προ του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου τα Κούλουμα γιορταζόταν στις πλαγιές του λόφου του Φιλοπάππου όπου οι Αθηναίοι «τρωγόπιναν» καθισμένοι στους βράχους από το μεσημέρι μέχρι τη δύση του Ήλιου. Οι περισσότεροι χόρευαν από τους ήχους πλανόδιων μουσικών, κατά παρέες, είτε δημοτικούς είτε λαϊκούς χορούς υπό τους ήχους «λατέρνας».
Το σούρουπο όλοι οι Ρουμελιώτες γαλατάδες της Αθήνας έστηναν λαμπρό χορό κυρίως τσάμικο γύρω από τους στύλους του Ολυμπίου Διός παρουσία των Βασιλέων και πλήθους κόσμου.
Σήμερα τα Κούλουμα γιορτάζονται σχεδόν σε όλες τις πόλεις της Ελλάδας μαζί με το κύριο της ημέρας έθιμο του πετάγματος του «χαρταετού».
ΟΙ ΣΗΚΩΣΕΣ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ
ΑπάντησηΔιαγραφήΑπό τις πιο χαρακτηριστικές παραδόσεις και τα πιο ζωντανά έθιμα του Κυπριακού Λαού είναι οι Σήκωσες, που γιορτάζονται με ιδιαίτερο κέφι την τελευταία Κυριακή της Αποκριάς. Λέγονται Σήκωσες γιατί το βράδυ αυτής της μέρας, ύστερα από το γλέντι και το φαγοπότι, «σηκώνουνται» από τα τραπέζια όλα τα κρεατινά και κάθε άλλο αρτύσιμο φαγητό.
Με τις Σήκωσες, στα χωριά της Κύπρου, το γλέντι φτάνει στο κορύφωμά του. Οι φιλικές και συγγενικές οικογένειες μαζεύονται σε κάποιο σπίτι παίρνοντας μαζί τους και τα φαγητά που ετοίμασαν. Βέβαια ένα γλέντι δεν είναι ολοκληρωμένο χωρίς το τραγούδι. Στα παλιά χρόνια συνήθιζαν να λένε τα γνωστά «τσιαττιστά», δίστιχα αυτοσχέδια τραγούδια, τα οποία αντάλλασαν μεταξύ τους οι συνδαιτημόνες, λέγοντας παράλληλα πειράγματα ή φιλοφρονήσεις. Αυτό συνηθίζεται ακόμα και σήμερα σε ορισμένα χωριά.
.
Πρώτος αρχίζει συνήθως ο σπιτονοικοκύρης. Κρατώντας ψηλά το ποτήρι του γεμάτο κρασί απευθύνεται στους καλεσμένους του λέγοντας:
Καλώς ήρταν οι ξένοι μου απού τα σιίλια μίλια,
καλλιόν θέλω τους ξένους μου παρά να΄ χω τα σιίλια.
Ενώ πίνει στην υγεία των καλεσμένων του, αυτοί του ανταποδίδουν την πρόποση με ένα δικό τους δίστιχο :
Στα σπίθκια που καθούμαστιν πέτρα να μεν ραϊσει
τζι΄ο νοικοτζύρης του σπιθκιού σιίλια χρόνια να ζήσει.
Καλώς ήρταμεν τζιαι ηύραμεν τα σπίδκια τα μιάλα
απού να τρέξει πόσσω τους το μέλιν τζιαι το γάλαν.
Καλώς ήρταμεν τζι’ ηύραμεν την τράπεζαν στρωμένην
τζιαι τζιείνη που την έστησεν άξια, προκομμένη.
Τα σπίθκια όπου ήρταμεν γύρου-τριγύρου δέντρη,
έχουν ευγενικήν κυράν τζι’ ευγενικόν αφέντην.
Μετά από αυτά τα φιλοφρονητικά λόγια ο νοικοκύρης ή κάποιος άλλος καλεσμένος απαντά:
Το στόμαν που τραούδησεν εν να το ασημώσω
μήλον που τον Παρά(δ)εισον να κόψω να του δώσω.
Επισφραγίζοντας ο οικοδεσπότης τις αμοιβαίες φιλοφρονήσεις απαντά:
Σιίλια καλώς ευρέθημαν τζιαι πάλε να βρεθούμεν
τζιαι περισσόττερες χαρές να καταξιωθούμεν.
Μετά από τα πιο πάνω όλοι χτυπούν τα πιρούνια στα πιάτα τους, θέλοντας με τον τρόπο αυτό να δείξουν ότι πρέπει να αρχίσει το σερβίρισμα.
Το τραγούδι όμως δε σταματά εδώ. Μετά το φαγοπότι αρχίζουν και πάλι να τραγουδούν με το ίδιο κέφι και την ίδια διάθεση:
Εφύασιν οι σήκωσες, πάνε τζ΄οι τυρινάες
που τραουδούν οι παίδενες τζαι κλαίουσιν οι ρκάες.
Εφύασιν οι σήκωσε πάνε τζ΄ οι τυρινάες
τζ΄ εμείνασιν οι κορασιές με δίχως τους αντράες.
Το κέφι ανάβει και οι επευφημίες και οι αμοιβαίες φιλοφρονήσεις ακολουθούν κάθε επιτραπέζιο τραγούδι. Εκείνο όμως που τονίζει περισσότερο την ευθυμία και τον ενθουσιασμό των παρευρισκομένων είναι το χτύπημα των πιρουνιών στα πιάτα ή τα ποτήρια, που τώρα έχει τη θέση χειροκροτημάτων. Τσουγκρίζοντας κατά τη διασκέδαση τα ποτήρια τους, εύχονται ο ένας στον άλλον «καλόμ Πάσκαν να φτάσουμεν».
΄Οταν τελειώσει το φαγοπότι και σηκωθούν από το αποκριάτικο τραπέζι, κάνουν πάντα το σταυρό τους. Αποχαιρετιούνται ευχόμενοι ο ένας στον άλλον «τζιαι του χρόνου να φτάσουμεν με υγείαν».