24/3/18

Θεόφραστος Σακελλαρίδης (1883-1950)

Ο αρχιμουσικός, συνθέτης και πρωτεργάτες της Ελληνικής Οπερέτας Θεόφραστος Σακελλαρίδης γεννήθηκε στις 7 Σεπτεμβρίου του 1883 (ορισμένες πηγές αναφέρουν το 1882) στην Αθήνα. Πήρε τα πρώτα μαθήματα μουσικής από τον πατέρα του Ιωάννη Σακελλαρίδη (1853-1938), διαπρεπή μουσικοδιδάσκαλο, μεταρρυθμιστή της βυζαντινής μουσικής, ιεροψάλτη, φιλόλογο και μελουργό  από το Λιτόχωρο της Μακεδονίας. Ο Θεόφραστος Σακελλαρίδης σπούδασε στην Αθήνα, τη Γερμανία και την Ιταλία. Στα τέλη του 1902 έδωσε μαζί με τον πατέρα και τον αδελφό του Άρη, επιτυχημένες συναυλίες με δικές του συνθέσεις και εναρμονισμένα ελληνικά δημοτικά τραγούδια στο Βασιλικό Ωδείο του Μονάχου και στο μέγαρο της βαρώνης Αμελίας φον Πέρφαλλ, ενώπιον πληθώρας πριγκίπων και αριστοκρατών. Στα 1903, έγραψε την πρώτη του όπερα «Ο Υμέναιος» σε κείμενο του Ιωάννη Φραγκιά. Τον «Υμέναιο» ακολούθησαν οι όπερες ο «Πειρατής» (1907), βασισμένη στο έμμετρο θεατρικό έργο του Πολύβιου Δημητρακόπουλου «Ο Κουρσάρος», το «Περουζέ» (σε λιμπρέτο του Γ. Τσοκόπουλου), το «Στοιχειωμένο Γεφύρι» (1912) και το «Καστρο της Ωρηάς» (1917) σε λιμπρέτα Γεωργίου Τσοκόπουλου. Το 1908, μετά το ιστορικό ανέβασμα της οπερέτας "Μαμζέλ Νιτούς" του Ερβέ στην Αθήνα υπό τη δική του διδασκαλία και διεύθυνση ορχήστρας, γράφει την πρώτη ελληνική οπερέτα το «Σία κι αράξαμε» (σε λιμπρέτο Πολύβιου Δημητρακόπουλου & Στέφανου Γρανίτσα) που ανεβάστηκε στις 8 Μαΐου1909. Από το 1914, που παρουσιάστηκε η οπερέτα «Στα Παραπήγματα», (η πρώτη του μεγάλη επιτυχία στην οπερέτα), γράφει ως το θάνατό του γύρω στις 80 οπερέτες (ή και μουσικές κωμωδίες) κυρίως τρίπρακτες, πολλές σε δικό του λιμπρέτο. Εξαιρετική επιτυχία σημείωσε η οπερέτα «Ο Βαφτιστικός», ο οποίος έγινε και ταινία το 1952 ενώ εξακολουθεί να παίζεται τακτικά μέχρι και σήμερα. Την περίοδο 1937-1945 ο Σακελλάριος γράφει μουσική για επιθεωρήσεις του Αλέκου Σακελλάριου και του Δημήτρη Γιαννουκάκη. Ο Σακελλάριος εκτός από τη μουσική, συνέθεσε και τραγούδια για τις οπερέτες του, οι οποίες όμως μετά το ξέσπασμα του Ελληνοϊταλικού Πολέμου πήραν άλλες στιχουργικές διαστάσεις. Τέτοια τραγούδια ήταν το "Πλέκει η Βάσω το προικιό της" που άλλαξε σε «Βάζει ο Ντούτσε τη Στολή του», το «Μάρω, Μάρω μια φορά είν' τα νιάτα» σε «Ντούτσε-Ντούτσε», το "Γεια και χαρά σας Μωραΐτες αδελφοί" και η «Χωριάτα». Επίσης εναρμόνισε και εξέδωσε περίπου 10 δημοτικά τραγούδια. Ο Σακελλαρίδης διετέλεσε μέλος του διοικητικού συμβουλίου της «Εταιρείας Ελλήνων Θεατρικών Συγγραφέων», ενώ ασχολήθηκε και με την παιδική μουσική συνθέτοντας παιδικά τραγούδια. Το 1926 υπήρξε συγχρηματοδότης (μαζί με τον αδελφό του Άρη Σακελλαρίδη) του μουσικού εκδότη Ζαχαρία Μακρή στην προσπάθειά του να ιδρύσει δική του δισκογραφική εταιρεία. Παρότι επί 50 περίπου χρόνια διασκέδασε ολόκληρες γενιές με τη δροσερότητα, το γέλιο, την αισιοδοξία και την ηρεμία που χάριζε η τέχνη του, εντούτοις έφυγε από τη ζωή πικραμένος και πάμπτωχος στις 2 Ιανουαρίου 1950 από καρκίνο του ήπατος. Γιος του συνθέτη είναι ο πιανίστας και συνθέτης Γιάννης Σακελλαρίδης.

Ο ίδιος ο Σακελλαρίδης σε συνέντευξή του στην εφημερίδα "Εμπρός" (Κυριακή 9 Αυγούστου 1915), ανέφερε τα ακόλουθα: «Εγώ γράφω με αθηναϊκήν έμπνευσιν. Όταν ακούωμεν μίαν οπερέττα του Λέχαρ λέγομεν: Μυρίζει Βιέννην. Εάν μεθαύριον ειπούν και περί των έργων μου ότι μυρίζουν Αθήνα, επιτρέψατέ μου να το θεωρήσω ως εκπλήρωσιν του καλλιτεχνικού μου ονείρου».

Σοφία Βέμπο -Το τραγούδι του Μωριά
https://www.youtube.com/watch?v=W6z-C9xYK9Y
Στίχοι: Μίμης Τραϊφόρος
Μουσική: Θεόφραστος Σακελλαρίδης



Σοφία Βέμπο - Η χωριάτα
https://www.youtube.com/watch?v=V6E4VMVQznA
Στίχοι: Γιώργος Φτέρης
Μουσική: Θεόφραστος Σακελλαρίδης


1 σχόλιο:

  1. Αποτίμηση του έργου του Θεόφραστου Σακελλαρίδη

    Ο Σακελλαρίδης ήταν ταλαντούχος μουσικός, παραγωγικότατος, άρτια καταρτισμένος, ενώ παράλληλα διέθετε και καλή σκηνική πείρα. Η μουσική του, μελωδικότατη, ζωηρή, είναι άλλοτε επηρεασμένη από την αυστριακή, ή τη γαλλική οπερέτα και άλλοτε καθαρά ελληνική, στολισμένη με κάποια ανατολίτικα μοτίβα. Θα λέγαμε ότι διαπνέεται από έναν μουσικό εκλεκτισμό, αφού κατορθώνει να συνδυάσει επιτυχώς τις ετερόκλιτες μουσικές επιρροές που έχει δεχθεί. Αφομοιώνει, επίσης, στοιχεία του δημοτικού τραγουδιού, της καντάδας, της ιταλικής όπερας, του ναπολιτάνικου τραγουδιού, της τσιγγάνικης μουσικής, λαϊκότερων ειδών και ενίοτε της τζαζ (ιδίως σε οψιμότερα έργα) και καταφέρνει να δημιουργήσει ένα ιδιαίτερο προσωπικό ύφος. Υποστηρίζεται μάλιστα από μουσικολόγους πως, αν ήταν Βιεννέζος Θα είχε φθάσει τη δόξα, αν όχι του Στράους, οπωσδήποτε όμως του Λέχαρ ή του Κάλμαν. Ωστόσο δεν έλειψαν και οι επικρίσεις, σχετικά με τα ξενόφερτα στοιχεία του έργου του και τις διασκευές ή αντιγραφές ξένων τραγουδιών που έκανε στην επιθεώρηση (Παναθήναια). Τέτοιου είδους κριτικές σήμερα μοιάζουν κάπως ανεδαφικές ή ξεπερασμένες. Συνολικά συνέθεσε γύρω στα 103 έργα, συμπεριλαμβανομένων και των 80 περίπου οπερετών.
    Ο Μανώλης Καλομοίρης στο 541 τεύχος του περιοδικού Νέα Εστία (Αθήναι 15 Ιανουαρίου 1950, τόμος 47) έγραφε μεταξύ άλλων με την αφορμή του θανάτου του Σακελλαρίδη: «Ένας ακόμη από τους πρωτεργάτες και θεμελιωτές της Ελληνικής μουσικής άνθησης έφυγε από ανάμεσά μας κι αφίνει ένα κενό που δύσκολα θα μπορέσωμε να το αναπληρώσωμε. Η μελωδία του χαμένου μουσουργού [...] κι αν δεν καίει κι αν δεν φλογίζει, όμως ευωδιάζει με ένα λεπτό μουσικό άρωμα γεμάτο από την Αττική φύση και την Αττική ομορφιά.[...] Αν όμως χάθηκε ο γλυκόλαλος τραγουδιστής, ο αχός της φλογέρας του μένει. Αχολογάει πάντα ολόθερμος και ζωντανός μέσα στις ψυχές και τις καρδιές μας και θα αντιλαλάει πάντα όπου Ελλάδα και Ελληνισμός σαν το θρόισμα στα κλαριά των πεύκων, όταν το δειλινό αεράκι τα αργοκινάει με το ανάλαφρο πέρασμά του, και θα μας ξεκουράζει από τον κάματο της σκληρής δουλειάς και τις πίκρες της καθημερινής ζωής».
    Ο ιστορικός του θεάτρου Γιάννης Σιδέρης στο ίδιο περιοδικό έλεγε: «...Ένας συντελεστής του νέου ελληνικού πολιτισμού έσβησε. Ως τόσο έζησε μια ζωή σεμνή και στάθηκε στο θέατρο σαν ένας αξιοπρεπής και σοβαρός άνθρωπος, που εκτιμούσε την έννοια της πνευματικότητας με την ευγενική και πολιτισμένη παρουσία του, με την ευθύτητά του. Μας άφησε έναν τρόπο καλλιτεχνικού βίου αληθινά τιμημένου και άξιου για μίμηση. Ως συνθέτης έκανε στην Οπερέττα ό,τι ο Ξενόπουλος στην πρόζα...».
    Η μουσικός και μουσικοκριτικός Σοφία Σπανούδη σε άρθρο της στη Νέα Εστία για τα πενήντα χρόνια της ελληνικής μουσικής δημιουργίας (Ιούλιος-Δεκέμβριος 1950, τόμος 48, σελ. 164) σημείωνε τα εξής: Ο Θεόφραστος Σακελλαρίδης υπήρξε ο πολυγραφώτερος Έλλην συνθέτης, που γνώρισε, ενώσω ζούσε, τη μεγάλη δόξα του ελαφρού λυρικού θεάτρου. Δημοφιλέστατος, ευτύχησε να ιδή το έργο του υιοθετούμενο πανηγυρικά από τον ελληνικό κόσμο. Πολύ δικαια οι θαυμασταί του τον επωνόμαζαν "Λέχαρ της Ελλάδος" για την πολύπλευρη έμπνευσή του και τη μελωδική του εφευρετικότητα. [...] Η παραγωγή του σε οπερέττες είναι πλουσιότατη, γεμάτη από μουσικό οίστρο, δροσιά, αβίαστο αίσθημα και χάρη...

    ΑπάντησηΔιαγραφή