Η σχεδόν τετράμηνη πολιορκία της Τριπολιτσάς αποτέλεσε καθοριστικό σταθμό στην πορεία της Ελληνικής Επανάστασης, καθώς η Τριπολιτσά ήταν την εποχή εκείνη το σημαντικότερο διοικητικό, στρατιωτικό και οικονομικό κέντρο της Πελοποννήσου με ιδιαίτερη στρατηγική σημασία, καθώς ήλεγχε τις οδούς προς τις άλλες μεγάλες πόλεις της Πελοποννήσου. Τη στρατηγική αυτή σημασία της κατάληψης της Τρίπολης περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον είχε κατανοήσει ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης. Χάρη στην επιμονή του οι Έλληνες απέφυγαν την πολυδιάσπαση που είχε προταθεί από άλλους οπλαρχηγούς που στόχευαν στα μικρά μεσσηνιακά κάστρα και επικεντρώθηκαν σε έναν μεγάλο και κεντρικό στόχο, που θα βοηθούσε στον ουσιαστικό έλεγχο της Πελοποννήσου. Η Τριπολιτσά παρότι ευάλωτη στρατιωτικά μιας και ήταν καταμεσής μιας πεδιάδας, προστατευόταν από τείχος μήκους 3,5 χλμ., ύψους περίπου 4 μ. και πάχους 2 μ., 7 πύργους με διπλές πολεμίστρες με τριάντα κανόνια και ένα μικρό τετράγωνο φρούριο. Οι στρατιωτικές δυνάμεις ήταν περίπου ισόποσες ενώ με τους Τούρκους τάχθηκαν Αλβανοί, Αιγύπτιοι και Εβραίοι άμαχοι. Σύμφωνα με το ελληνικό σχέδιο την αρχιστράτηγία έχει Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης υπό την υπέρτατη όμως ηγεσία του Δημητρίου Υψηλάντη. Το σχέδιο είναι απλό και πανάρχαιο οι Έλληνες θα αποκλείσουν όλες τις οδούς και θα στρατοπευδεύσουν σε απόσταση ασφαλείας. Λίγες συγκρούσεις και αυτές μόνο τη μέρα, διότι η έλλειψη τροφίμων θα τους διαλύσει από μόνη τους. Τέσσερα πολιορκητικά σώματα θα σχηματίσουν ένα μεγάλο ημικύκλιο όπου την αριστερή πλευρά θα είχε ο Κολοκοτρώνης, την δεξιά ο Γιατράκος και στο κέντρο ο Πετρόμπεης και δίπλα του Αναγνωσταράς. Η πολιορκία διήρκησε πολλούς μήνες και οι επίσημες διαπραγματεύσεις γίνονταν με επιστολές, αλλά αυτές ήταν απειλητικές περισσότερο παρά συμβιβαστικές ενώ αντίθετα οι ιδιωτικές συμφωνίες αποδείκτηκαν τελικά πιο προσοδοφόρες αφού οι Αλβανοί δέχτηκαν να εγκαταλείψουν την πόλη με τα όπλα και τα υπάρχοντά τους ενώ υπόσχονταν πως θα πολεμούσαν κατά του σουλτάνου μόλις επέστρεφαν ασφαλείς στην Ήπειρο και ως μέρα αναχώρησης των Αλβανών ορίστηκε η 23 Σεπτεμβρίου. Κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων, οι Έλληνες προσπαθούσαν να συνεννοηθούν μεταξύ τους για το μοίρασμα των λαφύρων. Από τα χαράματα της 23ης όλη η Τριπολιτσά ήταν σε μεγάλη αναστάτωση: οι Αλβανοί ετοιμάζονταν να βγουν ενώ οι Τούρκοι συζητούσαν για νέες διαπραγματεύσεις με τους Έλληνες. Το πρωί μικρή ομάδα Ελλήνων καταλαμβάνει με μία παράτολμη και καταδρομική επιχείρηση το αφρούρητο κανονοστάσιο της πύλης της Ναυπλίας. Υψώνουν την σημαία της επανάστασης, οι Έλληνες επιτίθονται, οι πύλες πέφτουν και οι ελληνικές ορδές εισβάλλουν στην πόλη. Οι Τούρκοι μάταια προσπαθούν ν’ αντισταθούν ενώ οι Αλβανοί αδιαφορούν. Για τρία μερόνυχτα οι Έλληνες σφάξουν στρατιώτες, αμάχους, γυναίκες, παιδιά ζητώντας λάφυρα. Ο Γέρος του Μοριά γράφει σχετικά «Το άλογό μου από τα τείχη έως τα σαράγια δεν επάτησε γη..», η είδηση όμως για την Άλωση της Τριπολιτσάς και τα της σφαγής αναγκάζουν τις διάφορες ευρωπαϊκές εφημερίδες να χρωματίσουν την Ελληνική επανάσταση με τα μελανότερα χρώματα. Παρότι η Άλωσις της Τριπολιτσάς αποτέλεσαν καθοριστικό σταθμό στην πορεία της Ελληνικής Επανάστασης, δεδομένου ότι είχε ως αποτέλεσμα τη σταθεροποίησή της και την επικράτηση των Ελλήνων σε όλη την Πελοπόννησο, πλην ορισμένων φρουρίων, ο μεγάλος ιστορικός Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος ομολογεί πως η «ανωφελής και ανηλεής» σφαγή «ημπορεί ίσως να εξηγηθή εκ του προαιωνίου μεταξύ των δύο φυλών και θρησκειών πάθους, αλλά να δικαιολογηθή δεν επιτρέπεται» ενώ για τα λάφυρα που τόσος λόγος έγινε γράφει «πάσα η λεία διηρπάγη μηδαμώς χρησιμεύσασα εις τας κοινάς του έθνους ανάγκας» ενώ νεώτεροι συγγραφείς όπως ο Κωσής Παπαγιώργης εξηγεί ότι «αυτό που θεωρήθηκε εθνική ντροπή ήταν στην πραγματικότητα μια εθνική ανάσταση -έστω και ανόσια. Μόνο με την άλωση της Τριπολιτσάς οι ραγιάδες μυήθηκαν στο βαθύτερο νόημα του πολέμου που είχαν κηρύξει. Δεν υπήρχε πλέον κανένα περιθώριο συμβιβασμού ανάμεσα στους δύο λαούς. Ο πόλεμος θα έφτανε μέχρις εσχάτων.»
Η Απελευθέρωσης της Τριπολιτσάς εορτάζεται στην πόλη κάθε χρόνο την 23 Σεπτεμβρίου, με κάθε λαμπρότητα και επισημότητα με πολιτικές και θρησκευτικές τελετές παρουσία επισήμων. Τέλος η Άλωση της Τριπολιτσάς αποτέλεσε και τεράστια πηγή καλλιτεχνικής έμπνευσης.
https://www.youtube.com/watch?v=7baQcrUVj_A
ΔΙΣΚΟΣ "ΩΔΕΣ" ΔΙΑΣΚΕΥΕΣ ΒΑΓΓΕΛΗ ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΠΑΝΩ ΣΤΗΝ ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΜΑΣ ΠΑΡΑΔΟΣΗ 1980
- Στην πολιορκία της Τριπολιτσάς αναφέρεται και το διαδεδομένο
Σαράντα παλληκάρια από τη Λειβαδιά
Πάνε για να πατήσουνε τη Τριπολιτσά
- Πιστεύεται ότι η Λειβαδιά που αναφέρει το τραγούδι δεν είναι η πόλη της Βοιωτίας αλλά περιοχή της Μεγαλόπολης, ενώ σε μία παραλλαγή ο στίχος ήταν “Σαράντα παλληκάρια από την Αρκαδιά” (περιοχή της Κυπαρισσίας)
Η Κυπριακή παραλλαγή:
ΑπάντησηΔιαγραφήΣαράντα παλληκάρια τζ' απού την Λιβαδκιάν
Καράβιν αρματώσασιν να παν εις την κλεψάν .
Στοδ δρόμομ που πααίναν, γέρον ανταμώσασιν.
Ώρα καλή σου γέρο, καλώς τα τα παιδκιά .
Που πάτε βρέ κοπέλλια, που πάτε βρέ παιδκιά;
Πάμεν για να πατήσουμεν την Τριπολιτζάν .
Μέμ πάτε βρέ κοπέλλια, μέμ πάτε βρέ παιδκιά, εις την Τριπολιτζάν.
Τζ' 'εσ'ει γλυτζ'υγ κρασάτσ'ιν, κουμανταρκάμ πολλήν
Θα πκήτε θα μεθύσετε και τζ'αι θα σας πκιάσουσιν
Στην φυλακήν σας βάλλουν τζ'αί να σας κρεμμάσουσιν .
Πάμεν τζ'αί σύ θκειέ γέρο, για να μας βοηθάς
Δεν ημπορώ βρέ κοπέλλια γιατί πκιόν εγέρασα
Περάστε που τοδ' δρόμον τζ' 'απού τομ μαχαλλάν
Τζ' αί πάρτε τον υίομ μου τζείν τον Νικηταράν
Που έσ'ει λαού ποάρκα, πέρτικας τα φτερά
Πού αχτυπά των ποδκιών του τζ'αννοίει τα φτερά
Τζ' αί βκαίννει σ'τά βουνά .
Περάσαμ' πού τοδ δρόμον τζ' απού τον μαχαλλάν
Τζ' επήραν τον υιόν μου, τζείν' τον Νικηταράν
Που έσ'ει λαού ποάρκα, πέρτiκας τα φτερά
Τζ' αχτύπαν των ποδκιών του τζ' άννοιεν τα φτερά
Τζ' έβκαιννες στα βουνά …