Τα Απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη αποτελούν τη αυτοβιογραφία του στρατηγού της Ελληνικής Επανάστασης Ιωάννη Μακρυγιάννη (1797 – 1864). Στις εξιστορήσεις του αποτυπώνει τις σκέψεις για τη δράση του, ενώ το έργο του είναι ένα από τα πρώτα δείγματα του είδους. Ο Μακρυγιάννης άρχισε να γράφει τα Απομνημονεύματά του στο Άργος, όταν υπηρετούσε την Κυβέρνηση Καποδίστρια ως αρχηγός της εκτελεστικής δυνάμεως Πελοποννήσου, και συγκεκριμένα από τις 26 Φεβρουαρίου 1829. Το έργο που ξεκίνησε στο Άργος το συνέχισε στο Ναύπλιο και κυρίως στην Αθήνα. Τα χειρόγραφα του Μακρυγιάννη ανακάλυψε αργότερα ο ιστοριοδίφης και συγγραφέας Γιάννης Βλαχογιάννης (1867 – 1945) όπου και εξέδωσε το 1907.
Επιλογή Αποσπασμάτων
Επιλογή Αποσπασμάτων
[...] ἕνα πράμα μόνον μὲ παρακίνησε κ᾿ ἐμένα νὰ γράψω, ὅτι τούτην τὴν πατρίδα τὴν ἔχομεν ὅλοι μαζί, καὶ σοφοὶ καὶ ἀμαθεῖς καὶ πλούσιοι καὶ φτωχοὶ καὶ πολιτικοὶ καὶ στρατιωτικοὶ καὶ οἱ πλέον μικρότεροι ἄνθρωποι· [...] Ἔγραψα γυμνὴ τὴν ἀλήθεια, νὰ εἰδοῦνε ὅλοι οἱ Ἕλληνες ν᾿ ἀγωνίζωνται διὰ τὴν πατρίδα τους, διὰ τὴν θρησκεία τους, νὰ ἰδοῦνε καὶ τὰ παιδιά μου καὶ νὰ λένε· «Ἔχομεν ἀγῶνες πατρικούς, ἔχομεν θυσίες», ἂν εἶναι ἀγῶνες καὶ θυσίες. [...] Ὅτι θὰ εἶναι καλὰ δικά τους. Ὄχι ὅμως νὰ φαντάζωνται γιὰ τὰ κατορθώματα τὰ πατρικά, ὄχι νὰ πορνεύουν τὴν ἀρετὴ καὶ νὰ καταπατοῦν τὸν νόμον καὶ νά ῾χουν τὴν ἐπιρροὴ γιὰ ἰκανότη. (Επίλογος)
Κι᾿ ἂν εἴμαστε ὀλίγοι εἰς τὸ πλῆθος τοῦ Μπραΐμη, παρηγοριώμαστε μ᾿ ἕναν τρόπον, ὅτι ἡ τύχη μας ἔχει τοὺς Ἕλληνες πάντοτε ὀλίγους. Ὅτι ἀρχὴ καὶ τέλος, παλαιόθεν καὶ ὡς τώρα, ὅλα τὰ θερία πολεμοῦν νὰ μᾶς φᾶνε καὶ δὲν μποροῦνε· τρῶνε ἀπὸ ῾μάς καὶ μένει καὶ μαγιά. Καὶ οἱ ὀλίγοι ἀποφασίζουν νὰ πεθάνουν· κι᾿ ὅταν κάνουν αὐτείνη τὴν ἀπόφασιν, λίγες φορὲς χάνουν καὶ πολλὲς κερδαίνουν. (Βιβλ. Α, Κεφ. 8).
Κι᾿ αυτείνη η πατρίδα δεν λευτερώθη με παραμύθια, λευτερώθη μ᾿ αίματα και θυσίες κι᾿ από αυτά έγινε βασίλειον- κι᾿ όχι να βραβεύωνται ολοένα οι κόλακες, κ᾿ οι αγωνισταί ν᾿ αδικιώνται. Ότι όταν σκοτώνονταν οι αγωνισταί, αυτείνοι κοιμώνταν. Κι᾿ όσο αγαπώ την πατρίδα μου δεν αγαπώ άλλο τίποτας. Να ᾿ρθη ένας να μου ειπή ότι θα πάγη ομπρός η πατρίδα, στρέγομαι να μου βγάλη και τα δυο μου μάτια. Ότι αν είμαι στραβός, και η πατρίδα μου είναι καλά, με θρέφει αν είναι η πατρίδα μου αχαμνά, δέκα μάτια να ᾿χω, στραβός θα να είμαι. Ότι σ᾿ αυτείνη θα ζήσω, δεν έχω σκοπόν να πάγω αλλού. (Βιβλ. Γ, Κεφ. 1)
[...] δουλέψαμεν ὅλοι μαζί, νὰ τὴν φυλάμεν κι᾿ ὅλοι μαζὶ καὶ νὰ μὴν λέγη οὔτε ὁ δυνατὸς «ἐγώ», οὔτε ὁ ἀδύνατος. Ξέρετε πότε νὰ λέγη ὁ καθεὶς «ἐγώ»; Ὅταν ἀγωνιστῆ μόνος του καὶ φκειάση, ἢ χαλάση, νὰ λέγη ἐγὼ· ὅταν ὅμως ἀγωνίζονται πολλοὶ καὶ φκειάνουν, τότε νὰ λένε «ἐμεῖς». Εἴμαστε εἰς τὸ «ἐμεῖς» κι᾿ ὄχι εἰς τὸ «ἐγώ». Καὶ εἰς τὸ ἑξῆς νὰ μάθωμεν γνώση, ἂν θέλωμεν νὰ φκειάσωμεν χωριόν, νὰ ζήσωμεν ὅλοι μαζί.
(Επίλογος)
Κι᾿ αὐτείνη ἡ πατρίδα δὲν λευτερώθη μὲ παραμύθια, λευτερώθη μ᾿ αἵματα καὶ θυσίες· (Βιβλ. Γ, Κεφάλαιον 1)
Και λευτερωθήκαμεν από τους Τούρκους και σκλαβωθήκαμεν εις ανθρώπους κακοροίζικους, οπού ήταν η ακαθαρσία της Ευρώπης. (Βιβλ. Α,Κεφ. 9)
ΣΤΡΑΤΗΓΟΣ ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ (1794 - 1864)
https://www.youtube.com/watch?v=P55hvanZvUc
Ο ήλιος εβασίλεψε (Χορωδία)
https://www.youtube.com/watch?v=a5R2m1HgYMk
Ὁ Ἥλιος ἐβασίλεψε,Ἕλληνά μου, βασίλεψε καὶ τὸ Φεγγάρι ἐχάθη
κι᾿ ὁ καθαρὸς Αὐγερινὸς ποὺ πάει κοντὰ τὴν Πούλια,
τὰ τέσσερα κουβέντιαζαν καὶ κρυφοκουβεντιάζουν.
Γυρίζει ὁ Ἥλιος καὶ τοὺς λέει, γυρίζει καὶ τοὺς κρένει·
«Ἐψὲς ὁποῦ βασίλεψα πίσου ἀπὸ μία ραχούλα,
ἄκ᾿σα γυναίκεια κλάματα κι᾿ ἀντρῶν τὰ μυργιολόγια
γι᾿ αὐτὰ τὰ ῾ρωικά κορμιὰ στὸν κάμπο ξαπλωμένα,
καὶ μέσ᾿ τὸ αἷμα τὸ πολὺ εἶν᾿ ὅλα βουτημένα.
Γιὰ τὴν πατρίδα πήγανε στὸν Ἅδη, τὰ καϊμένα.
Ὁ μαῦρος ὁ Γκούρας ἀναστέναξε καὶ μοῦ λέγει: «Ἀδελφὲ Μακρυγιάννη, σὲ καλὸ νὰ τὸ κάμῃ ὁ Θεός, ἄλλη φορὰ δὲν τραγούδησες τόσο παραπονεμένα. Αὐτὸ τὸ τραγούδι σὲ καλὸ νὰ μᾶς βγῇ. – Εἶχα κέφι, τοῦ εἶπα, ὁποῦ δὲν τραγουδήσαμεν τόσον καιρόν. Ὅτι εἰς ταρδιὰ πάντοτες γλεντούσαμεν. (Βιβλ. Α,Κεφ. 9)
https://www.youtube.com/watch?v=bJ1Rkqp9NzA
"Ο ήλιος εβασίλεψε Έλληνα μου" του Στρατηγού Μακρυγιάννη
https://www.youtube.com/watch?v=eAFrtnbP-EY
"Ο ήλιος εβασίλεψε" από τα Απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη σε μουσική Χρήστου Λεοντή. Τραγουδά ο συνθέτης με τη συνοδεία χορωδίας. Το τραγούδι περιλαμβάνεται στο δίσκο "Καντάτα Ελευθερίας" (1999
Εἶχα δυὸ ἀγάλματα περίφημα, μιὰ γυναίκα κι᾿ ἕνα βασιλόπουλο ἀτόφια – φαίνονταν οἱ φλέβες· τόση ἐντέλειαν εἶχαν. Ὅταν χάλασαν τὸν Πόρον, τά ῾χαν πάρη κάτι στρατιῶτες καὶ εἰς τ᾿ Ἄργος θὰ τὰ πουλοῦσαν κάτι Εὐρωπαίων· χίλια τάλλαρα γύρευαν. Ἄντεσε κ᾿ ἐγὼ ἐκεῖ, πέρναγα· πῆρα τοὺς στρατιῶτες, τοὺς μίλησα· «Αὐτὰ καὶ δέκα χιλιάδες τάλλαρα νὰ σᾶς δώσουνε, νὰ μὴν τὸ καταδεχτῆτε νὰ βγοῦν ἀπὸ τὴν πατρίδα μας. Δι᾿ αὐτὰ πολεμήσαμεν». (Βγάζω καὶ τοὺς δίνω τρακόσια πενήντα τάλλαρα.)· κι᾿ ὅταν φιλιωθοῦμεν μὲ τὸν Κυβερνήτη, (ὅτι τρωγόμαστε), τὰ δίνω καὶ σᾶς δίνει ὅ,τι τοῦ ζητήσετε διὰ νὰ μείνουν εἰς τὴν πατρίδα ἀπάνου». Καὶ τά ῾χα κρυμμένα. Τότε μὲ τὴν ἀναφορά μου τὰ πρόσφερα τοῦ Βασιλέως νὰ χρησιμέψουν διὰ τὴν πατρίδα. (Βιβλ.. Γ. 1 Σημείωση )
Εἶχα δυὸ ἀγάλματα περίφημα, μιὰ γυναίκα κι᾿ ἕνα βασιλόπουλο ἀτόφια – φαίνονταν οἱ φλέβες· τόση ἐντέλειαν εἶχαν. Ὅταν χάλασαν τὸν Πόρον, τά ῾χαν πάρη κάτι στρατιῶτες καὶ εἰς τ᾿ Ἄργος θὰ τὰ πουλοῦσαν κάτι Εὐρωπαίων· χίλια τάλλαρα γύρευαν. Ἄντεσε κ᾿ ἐγὼ ἐκεῖ, πέρναγα· πῆρα τοὺς στρατιῶτες, τοὺς μίλησα· «Αὐτὰ καὶ δέκα χιλιάδες τάλλαρα νὰ σᾶς δώσουνε, νὰ μὴν τὸ καταδεχτῆτε νὰ βγοῦν ἀπὸ τὴν πατρίδα μας. Δι᾿ αὐτὰ πολεμήσαμεν». (Βγάζω καὶ τοὺς δίνω τρακόσια πενήντα τάλλαρα.)· κι᾿ ὅταν φιλιωθοῦμεν μὲ τὸν Κυβερνήτη, (ὅτι τρωγόμαστε), τὰ δίνω καὶ σᾶς δίνει ὅ,τι τοῦ ζητήσετε διὰ νὰ μείνουν εἰς τὴν πατρίδα ἀπάνου». Καὶ τά ῾χα κρυμμένα. Τότε μὲ τὴν ἀναφορά μου τὰ πρόσφερα τοῦ Βασιλέως νὰ χρησιμέψουν διὰ τὴν πατρίδα. (Βιβλ.. Γ. 1 Σημείωση )
Γιῶργος Σεφέρης: Ἕνας Ἕλληνας - ὁ Μακρυγιάννης
http://users.uoa.gr/~nektar/arts/tributes/george_seferis/enas_ellhnas_o_makrygiannhs.htm
Νεκτάριος ἐλάχιστος® ἐποίει. ©2007.
Νεκτάριος ἐλάχιστος® ἐποίει. ©2007.