«Εγώ πεθαίνω· όμως εσείς να είστε μονοιασμένοι και να βαστήξετε την πατρίδα».
Ο Καραϊσκάκης έγινε περισσότερο γνωστός μετά την ενηλικίωσή του. Νεαρός έπεσε στα χέρια του Αλή Πασά και αρχικά υπηρέτησε στην αυλή του και τον ακολούθησε στην εκστρατεία του κατά του πασά Πασβάνογλο στη Βουλγαρία. Στη εκστρατεία εκείνη ο Καραϊσκάκης αιχμαλωτίσθηκε από τις δυνάμεις του Πασβάνογλου και κρατήθηκε για κάποιο χρόνο. Στη συνέχεια επέστρεψε στην αυλή του Αλή Πασά. Το καλοκαίρι του 1820 όταν πολιορκήθηκε ο Αλή Πασάς από τα σουλτανικά στρατεύματα, ο Καραϊσκάκης παρέμεινε μαζί του και αγωνίστηκε υπέρ του. Αργότερα, όμως, προσχώρησε στους πολιορκητές, αλλά γρήγορα απομακρύνθηκε και από αυτούς.
Κατά τους πρώτους μήνες του 1821 προσπάθησε να εξεγείρει σε επανάσταση κατά των Τούρκων την περιοχή της Βόνιτσας, στην αρχή ανεπιτυχώς, διότι οι προύχοντες της περιοχής θεωρούσαν πως δεν ήταν ακόμη κατάλληλος χρόνος. Στη συνέχεια πήγε στα Τζουμέρκα, όπου ύψωσε τη σημαία της Επανάστασης, η οποία διαδόθηκε πολύ γρήγορα στις όμορες επαρχίες και από εκεί στο Μακρυνόρος όπου και συμμετείχε ο ίδιος στις γενόμενες εκεί συμπλοκές.
Στα πρώτα χρόνια της Επανάστασης θα βρεθεί στα Άγραφα δίπλα στον θείο του Γώγω Μπακόλα και το Γιαννάκη Ράγκο με τον οποίον όμως θα έρθει σε εντονη προστριβή αφού αξίωνε και αυτός την αρχηγία των Αγράφων. Η πρώτη σημαντική νίκη του οπλαρχηγού Γεώργιου Καραϊσκάκη, δόθηκε στονΆη Βλάση, όπου με 800 περίπου άνδρες εμπόδισαν τις δυνάμεις του Κιουταχή να διέλθουν μέσω των Αγράφων στο πολιορκούμενο Μεσολόγγι. Η νίκγ αυτή έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην εδραίωση της φήμης του Καραϊσκάκη και είχε αποφασιστική σημασία για τη στάση του εντός του επαναστατικού αγώνα των Ελλήνων και στην μετέπειτα ανάδειξή του σε έναν από τους κύριους πρωταγωνιστές της.
Ο Καραϊσκάκης ζήτησε επίμονα να διορισθεί αρχηγός των ελληνικών όπλων της επαρχίας των Αγράφων. Αλλά ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος δεν δέχθηκε προκρίνοντας ως καταλληλότερο τον Ράγκο. Μάλιστα τα πράγματα οδηγήθηκαν στα άκρα όταν ο Μαυροκορδάτος κατηγόρησε τον Καραϊσκάκη ότι είχε στείλει επιστολή στον Ομέρ Βρυώνη με την οποία τκυ υποσχόταν να του παραδώσει το Μεσολόγγι και το Αιτωλικό. Τελικά στις 25 Ιουνίου 1824 η Κυβέρνηση του αναγνώρισε όλους τους βαθμούς και τα αξιώματά του.
Αμέσως μετά την αποκατάστασή του διατάχθηκε από την Κυβέρνηση να εκστρατεύσει στην Ανατολική Στερεά επικεφαλής 300 μισθοφόρων. Επίσης, χωρίσθηκε και η περιοχή των Αγράφων σε δύο τμήματα και το μεν ανατολικό αποδόθηκε στον Καραϊσκάκη, το δε δυτικό στον Γιαννάκη Ράγκο.
Στα τέλη όμως του 1824 ο Καραϊσκάκης έλαβε μέρος μαζί με τον Κίτσο Τζαβέλλα και άλλους Ρουμελιώτες στον δεύτερο εμφύλιο πόλεμο. Στις αρχές του Μαΐου του 1825 ο Καραϊσκάκης επανέρχεται στη Στερεά και κατά τα μέσα του καλοκαιριού βρίσκεται σε πλήρη δράση διορισμένος ως γενικός αρχηγός όλων των εκτός Μεσολογγίου ελληνικών στρατευμάτων. Αντίπαλοί του πλέον είναι ο Ιμπραήμ Πασάς της Αιγύπτου στην Πελοπόννησο και ο Κιουταχής. Οι μάχες που μένονται σε όλα τα μέτωπα είναι σκληρές όμως στο τέλος η Πολιορκία της Ακρόπολης και η Μάχη της Αράχωβας θα αποδειχθούν αποφασιστικής σημασίας νίκες για τους Έλληνες.
Στις 23 Φεβρουαρίου 1827 ο Καραϊσκάκης επιστρέφει στην Ελευσίνα αφού είχε ελευθερώσει όλη την Στερεά Ελλάδα, εκτός του Μεσολογγίου, της Βόνιτσας και της Ναυπάκτου. Στις αρχές του Απριλίου του 1827 προσήλθαν και οι, διορισμένοι από τη Συνέλευση της Τροιζήνας, Κόχραν ως "στόλαρχος πασών των ναυτικών δυνάμεων" και Τσωρτς, ως "διευθυντής χερσαίων δυνάμεων", προκειμένου να συνδράμουν τον Αγώνα. Με τους δύο αυτούς ξένους ο Καραϊσκάκης βαθμιαία περιήλθε σε έριδες, τόσο για την τακτική του πολέμου, όσο και κατά την οργάνωση για την κατά μέτωπο επίθεση. Οι διορισμοί των ξένων εκείνων προσώπων υπήρξαν αναμφίβολα το μοιραίο σφάλμα που ανέτρεψε την έκβαση του Αγώνα. Και τούτο διότι προσπαθούσαν να εφαρμόσουν τακτικές οργανωμένου στρατού αγνοώντας τις τακτικές των Ελλήνων, την ψυχολογία τους, αλλά και τις μορφολογικές δυνατότητες της περιοχής, επιζητώντας την έξοδο με κατά μέτωπο επίθεση σε πεδιάδα, επειδή ακριβώς, δεν γνώριζαν το είδος αυτό του πολέμου που επιχειρούσαν μέχρι τότε οι Έλληνες. Έτσι η ανάμιξη αυτών στις πολεμικές ενέργειες με ταυτόχρονες διαταγές του ενός και του άλλου παρέλυσαν τις διαταγές του Καραϊσκάκη. Αυτό οδήγησε τον Αρχιστράτηγο να επεμβαίνει προσωπικά μέχρι αυτοθυσίας σε όλες τις συμπλοκές, ακόμη και τις μικρότερες, ένα ακόμη μοιραίο σφάλμα των περιστάσεων εκείνων. Αντίθετα ο Κολοκοτρώνης του τόνιζε ότι είναι ανάγκη «να σώσει τον εαυτόν του για να σωθεί και η πατρίδα».
Το απόγευμα της 22ας Απριλίου, ακούστηκαν πυροβολισμοί από ένα Κρητικό οχύρωμα. Οι Κρήτες είχαν προκαλέσει τους Τούρκους σε μάχη και καθώς εκείνοι απαντούσαν οι εχθροπραξίες γενικεύτηκαν. Ο Καραϊσκάκης, παρότι άρρωστος βαριά με πυρετό, έφτασε στον τόπο της συμπλοκής. Εκεί μια σφαίρα τον τραυμάτισε θανάσιμα στο υπογάστριο. Ο ήρωας μεταφέρθηκε στο στρατόπεδό του στο Κερατσίνι και αφού μετάλαβε των Αχράντων Μυστηρίων, υπαγόρευσε τη διαθήκη του που ιδιόχειρα υπέγραψε, πέθανε.
Ένας Κύπριος αγωνιστής ονόματι Σταυριανός Ιωάννης από τη Λόφου, περιγράφει στα απομνημονεύματά του, το τέλος του Καραϊσκάκη, υποστηρίζοντας ότι αυτό προήλθε από όχι από τουρκικό βόλι αλλα από ελληνικό χέρι, υπονοώντας δύο Σουλιώτες οπλαρχηγούς.
Ο Καραϊσκάκης https://www.youtube.com/watch?v=xx80VMNx7c8
Στίχοι: Πυθαγόρας
Μουσική: Γιώργος Κριμιζάκης
Εκτέλεση: Γιάννης Πουλόπουλος
Της καλογριούλας γιε, έλα στα όνειρά μας
κι έτσι ματωμένος, πες μας Στρατηγέ
πόσα απέχει ο θάνατος απ’ τη λευτεριά μας
Ωδή στο Γεώργιο Καραϊσκάκη https://youtu.be/YIlSrilFbos?si=DtAuthyhNPHw6QdR Μουσική-Εκτέλεση: Διονύσης Σαββόπουλος
"Εγεννήθηκα εις ένα χωριό Μεγάλη Αναστασίτσα αποδώθε από του Μυστρά προς την Καλαμάτα. Ο προπάππος μου ήτον Προεστός και ο πατέρας μου έφυγε δεκαέξι χρόνων και επήγε με τα στρατεύματα τα Ρούσικα στην Πάρο και ήτον πολεμικός. Τον εσκότωσαν εις την Μονεμβασιά μαζί με έναν αδελφό και μ' έναν κουνιάδο μου. Από ένδεκα χρόνων, μαζί με τον πατέρα μου, έσερνα άρματα. Ετουφέκισα ένα Τούρκο στο Λεοντάρι."
Ο Νικήτας Σταματελόπουλος -όπως είναι και το πλήρες ονοματεπώνυμό του- γεννήθηκε το 1781 στη Μεγάλη Αναστάσοβα (Νέδουσα), ένα μικρό χωριό που βρίσκεται στους πρόποδες του Ταΰγτου, 25 χλμ από την πόλη της Καλαμάτας. Γονείς του ήταν ο Σταματέλος "Τουρκολέκας" αγωνιστής της περιοχής του Λεονταρίου και μητέρα του η Σοφία Δημητρίου Καρούτσου από τον Άκοβο του Λεονταρίου, δευτερότοκη θυγατέρα και αδελφή της γυναίκας του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη. Το 1805, κατά τον ανηλεή διωγμό των κλεφταρματολών της Πελοποννήσου, ο πατέρας του σκοτώθηκε από τους Τούρκους και ο Νικηταράς ακολούθησε τον θείο του Θ. Κολοκοτρώνη στα Επτάνησα, όπου εντάχθηκε στα Ρωσικά τάγματα και μετέβη στην Ιταλία για να πολεμήσει κατά του στρατού του Ναπολέοντα. Στη συνέχεια επέστρεψε στα Επτάνησα και υπηρέτησε τους Γάλλους, οι οποίοι στο μεταξύ τα είχαν καταλάβει με τη συνθήκη του Τίλσιτ.
Στις 18 Οκτωβρίου 1818, ενώ βρισκόταν στην Καλαμάτα, μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία. Με τον Κολοκοτρώνη και τον Παπαφλέσσα συνέβαλε στην προετοιμασία του Εθνικού Ξεσηκωμού και στις 23 Μαρτίου 1821 μπήκε στην Καλαμάτα μαζί με τους άλλους οπλαρχηγούς. Από την αρχή ενστερνίσθηκε το στρατηγικό σχέδιο του Κολοκοτρώνη για την κατάληψη της Τριπολιτσάς και πήρε μέρος σε όλες τις επιχειρήσεις για την κατάληψη του διοικητικού κέντρο των Οθωμανών στην Πελοπόννησο. Διακρίθηκε στη Μάχη του Βαλτετσίου (12 Μαΐου 1821), ενώ αποφασιστική ήταν η συμβολή του στη Μάχη των Δολιανών (18 Μαΐου 1821), όπου ανέδειξε στο έπακρο τις στρατιωτικές του ικανότητες. Επικεφαλής μόλις 600 ανδρών κατανίκησε τον στρατό του Κεχαγιάμπεη που ανήρχετο σε 6.000 άνδρες και σχεδόν τον αποδεκάτισε. Γι' αυτόν τον πραγματικό του άθλο, οι συμπολεμιστές του τον ονόμασαν «Τουρκοφάγο». Ο αγωνιστής που συνετέλεσε στην υποχώρηση του Δράμαλη και σύμφωνα με ιστορικές πηγές, έσπασε τρεις ππάλες με τη δύναμη με την οποία χτυπούσε, ενώ στο τέλος της μάχης, το χέρι του «μαρμάρωσε» και δεν μπορούσε να αφήσει την ππάλα! Μέχρι το τέλος του Αγώνα ο Νικηταράς ήταν στην πρώτη γραμμή, πολεμώντας είτε στην Πελοπόννησο είτε στην Ανατολική Στερεά Ελλάδα, όπου συνεργάστηκε με τον Οδυσσέα Ανδρούτσο και τον Γεώργιο Καραΐσκάκη. Πήρε μέρος στην Άλωση της Τριπολιτσάς (23 Σεπτεμβρίου 1821) και ήταν από τους λίγους αρχηγούς που αρνήθηκε να συμμετάσχει στη διανομή των λαφύρων. Διακρίθηκε στη Μάχη του Αγιονορίου (26-28 Ιουλίου 1822), που αποτελείωσε τη στρατιά του Δράμαλη δύο μέρες μετά τη Μάχη στα Δερβανάκια. Η ανιδιοτέλεια του ανδρός φάνηκε για μία ακόμη φορά, όταν από το πλήθος των λαφύρων της μάχης πείστηκε να δεχθεί ένα πανάκριβο σπαθί, το οποίο αργότερα προσέφερε στον έρανο για την ενίσχυση του Μεσολογγίου. Κατά τη διάρκεια του Εμφύλιου Πολέμου τάχθηκε στο πλευρό του Κολοκοτρώνη, αλλά φρόντισε πάντα να επιδιώκει τον συμβιβασμό και τη συνεννόηση. Μετά την Απελευθέρωση τάχθηκε στο πλευρό του Καποδίστρια κι έγινε ένας από τους στενότερους συνεργάτες του Κυβερνήτη. Πήρε μέρος στην Δ' Εθνοσυνέλευση του Άργους (1829), ως πληρεξούσιος του Λεονταρίου. Επί Όθωνα κατηγορείται για συνωμοσία κατά του βασιλιά και φυλακίζεται στην Αίγινα το 1839. Ήταν μεταξύ εκείνων οι οποίοι «κυνηγήθηκαν» μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια. Άλλωστε, το κατηγορητήριο αφορούσε και στον αδελφό του πρώτου Κυβερνήτη, Γεώργιο Καποδίστρια. Κατόπιν της «απειλητικής επέμβασης του Μακρυγιάννη» ο Νικηταράς αποφυλακίζεται μετά από σχεδόν δύο χρόνια.
Το 1843, όταν ο Όθωνας αναγκάζεται να δώσει σύνταγμα στην Ελλάδα, του απονέμεται ο βαθμός του υποστράτηγου μαζί με μία πενιχρή σύνταξη.... Το μοναδικό λάφυρο του από τον πόλεμο, ένα αδαμαντοστόλιστο, δαμασκηνό σπαθί που συναγωνιστές του τον έπεισαν να πάρει το είχε προσφέρει σε έρανο που είχε κάνει η προσωρινή κυβέρνηση της Ύδρας για να αρματώσει τον ελληνικό στόλο. Χωρίς περιουσία στην Αρκαδία και στην Αργολίδα, όπου έζησε κάποια χρόνια (στους Μύλους), καταλήγει πάμπτωχος σε ένα ταπεινό σπίτι στην Καστέλλα. Μάλιστα, του δίνεται «άδεια επαιτείας» - ένα είδος ανταμοιβής της ευγνωμονούσας Ελλάδας.
Ο Νικηταράς πεθαίνει σε ηλικία 67 ετών και τάφηκε πλάι στον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη όπως ήταν η επιθυμία του. Τον επικήδειο εκφώνησε ο Νεόφυτος Βάμβας, τον δε επιτάφιο ο Παναγιώτης Σούτσος.
Παραδοσιακός ελληνικός χορός, ο οποίος χορεύεται σε κύκλο με ρυθμό 3/4.
Συρτός
Παραδοσιακός ελληνικός χορός που το όνομά του προέρχεται από την λέξη "σύρω" (δηλ. τον χορό). Ο Συρτός χορεύεται σήμερα σε όλη την Ελλάδα και είναι διαδεδομένος σε πολλές χώρες. Υπάρχουν πολλά είδη συρτού χορού όπως ο Καλαματιανός, Νησιώτικοι συρτοί (Κεφαλονιάς, Ρόδου, Κρήτης, Κύπρου), Πολίτικος συρτός, Συρτός Μακεδονίας, Συρτός κοφτός, Συρτοκαλαματιανός κ.ά.
Καρσιλαμάς ή αντικρυστός
Χορός ελληνικής προέλευσης που συναντάται στη Μικρά Ασία, τα νησιά του Αιγαίου, τη Μακεδονία κ.ά. Η ονομασία του προέρχεται από το γεγονός ότι οι χορευτές έρχονται κατά το χορό μεταξύ τους, πρόσωπο με πρόσωπο. Είναι
Χασάπικος
Σήμερα απαντάται σε 4 μορφές: χασάπικο, χασαποσέρβικο, χασάπικο βαρύ/αργό και πολίτικο ή ταταυλιανό
Ζεϊμπέκικος
Το όνομά του οφείλεται στον πληθυσμό των Ζεϊμπέκων. Εννεάσημος χορός
που δεν έχει βήματα αλλά μόνο φιγούρες και μία συγκεκριμένη κυκλική κίνηση.
Σούστα
Το μουσικό μέτρο του χορού, είναι 2/4 και τα βήματά του 6. Σχεδόν κάθε νησί του Αιγαίου έχει κι από έναν χορό σούστας.
Ικαριώτικος
Ελληνικός παραδοσιακός (νησιώτικος) χορός, με ρίζες από την Ικαρία. Πρόκειται για έναν από τους δημοφιλέστερους νησιώτικους της Ελλάδας. Ο χορός συνοδεύεται κι από στίχους πολλές φορές, οι οποίοι ποικίλλουν, ανάλογα με την εκδοχή του.
Μπάλος
Η λέξη μπάλος προέρχεται από τα λατινικά όπου με την σειρά της είναι δανεισμένη από την ελληνική γλώσσα, προερχόμενη από το ελληνικό ρήμα βαλλίζω.
Συρτάκι
Ο χορός χορογραφήθηκε από τον Γιώργο Προβιά το 1964 για την κινηματογραφική ταινία Ζορμπάς ο Έλληνας (Zorba the Greek) από αργές και γρήγορες κινήσεις του χασάπικου.
Πεντοζάλης
Παραδοσιακός κρητικόςχορός που χορεύεται από άνδρες και γυναίκες με μέτρο τα 2/4.
Οι κυπριακοί λαϊκοί χοροί αντικατοπτρίζουν τις πλούσιες παραδόσεις και κληρονομιά του νησιού. Η μελέτη των παραδοσιακών χορών μπορεί να βοηθήσει στην κατανόηση των κοινωνικών ταυτοτήτων στην Κύπρο και πως διαμορφώνονται, διαπραγματεύονται και μεταδίδονται μέσα από την κίνηση και τη μουσική. Ως επί το πλείστον ανέπαφοι, οι κυπριακοί παραδοσιακοί χοροί παρουσιάζονται στη σύγχρονη κοινωνία σηματοδοτώντας την ισχυρή πολιτιστική ταυτότητα και την κοινωνική δυναμική που ενημερώνονται από την τοπική κληρονομιά, καθώς επίσης και πολυάριθμες ξένες επιρροές των λαών που κατοίκησαν στο νησί σε διαφορετικές στιγμές στην ιστορία. Κάτι περισσότερο από απλή ψυχαγωγία, η μουσική και ο χορός στην Κύπρο επικοινωνούν την κυπριακή ταυτότητα και πεποιθήσεις. Η συμμετοχική φύση της μουσικής και του χορού ενθαρρύνει την αίσθηση του ανήκειν και δίνει έμφαση στην κοινότητα ως βασικό στοιχείο του τοπικού πολιτισμού.
Πολιτικός Όμιλος Λεμεσού "ΖΗΔΡΟΣ" - Ο χορός του δρεπανιού https://youtu.be/T3TeCKJobqA?si=xtHiqu0GWNIy-Zsx
Η ποπ τραγουδίστρια Antonella Cuellar γεννήθηκε στην Αθήνα το 1983. Ο πατέρας της είναι από τη Χιλή και ο μητέρα της από την Κούβα. Ο θείος της -αδελφός της μητέρας της- ασχολείτο με τη μουσική και έτσι της πρότεινε να μπει και αυτή σε μια κουβανεζικη μπάντα. Γνωστή όμως έγινε μέσα από το συγκρότημα KINGS του οποίου υπήρξε βασική τραγουδίστρια από την ίδρυσή του το 2012 μέχρι το 2018, όταν και αποχώρησε για κάνει solo καριέρα.
Η παρουσία των πρώτων Ελλήνων μεταναστών στη Βρετανία ανάγεται στο 15ο αιώνα και περισσότερο στα τέλη του 16ου. Η νεότερη έντονη παρουσία Ελληνισμού έγεται στην γνώση της αγγλικής γλώσσας ως μοναδική ξένη γλώσσα και την "εκπαιδευτική βιομηχανία" της Βρετανίας.