Μάντεις, χρησμολόγοι, ονειροκρίτες και οιωνοσκόποι
Ο Φοίβος Απόλλων θεωρείτο ως ο προστάτης της μαντικής τέχνης
Οι μάντεις ήταν διερμηνείς των σημείων που δίνονταν από αυτούς. Οι Μάντεις χρησιμοποιούσαν πολλές μεθόδους για να αναλύσουν τη θέληση των θεών, όπως το διάβασμα των εντοσθίων διάφορων ζώων, το πέταγμα των πουλιών κ.ά. Ήταν πιο πολλοί από τα μαντεία. Πολλές φορές ήταν περιπλανώμενοι, άλλες φορές (εάν ήταν φημισμένοι) καλούνταν για να γίνουν οι προσωπικοί μάντεις κάποιου υψηλόβαθμου στρατηγού, ή και βασιλιά.
Τειρεσίας - Μαντώ - Μόψος
Νηρέας
Κάλχας
Φινέας
Πρωτέας
Άνιος
Αμφιάραος
Ηγησίστρατος - Τελλίας (Τελλιάδες)
Μελάμποδας - Μάντιος - Πολυφείδης - Πολύειδος - Θεοκλύμενος
Αλιθέρσης
Κασσάνδρα - Έλενος
Έννομος
Αρίστανδρος
Το μαντείο και ψυχομαντεία, κατά την κλασική αρχαιότητα, ήταν ο επίσημος, θρησκευτικού χαρακτήρα θεσμός σε συγκεκριμένο τόπο, που εμπνεόταν σοφές συμβουλές, έδινε χρησμούς, ή προέβλεπε το μέλλον ως ενδιάμεσος με τους θεούς. Τα μαντεία θεωρούνταν πύλες μέσω των οποίων οι θεοί απευθύνονταν άμεσα στους ανθρώπους και υπό αυτή την έννοια διέφεραν από τους μάντεις που ερμήνευαν τα σημάδια των θεών μέσα από παρατήρηση της συμπεριφοράς των πουλιών, των εντοσθίων των ζώων ή άλλες μεθόδους
Άβαρις
Πυθία
Τρόχιλος
Σίβυλλες
https://youtu.be/1mC6k5wBrS4?si=d_jiuzeN8Ub2pUvB

Τα κυριότερα μαντεία ήταν αφιερωμένα στον Δία ή τον Απόλλωνα. Το παλιότερο ελληνικό μαντείο ήταν του Δία στη Δωδώνη. Σπουδαίο επίσης μαντείο για τους Έλληνες ήταν του Άμμωνα Δία στη Λιβύη. Όλα τα μαντεία του Δία όμως τα ξεπερνούσε το μαντείο του Απόλλωνα στους Δελφούς. Ήταν γνωστό από τους ομηρικούς χρόνους και στα τέλη του 6ου αιώνα κατακλύζονταν από προσφορές Ελλήνων και ξένων. Τους χρησμούς τους έδινε η ιέρεια Πυθία. Άλλα μαντεία του Απόλλωνα ήταν στα Δίδυμα της Μιλήτου, στην Κλάρο, στα Πάταρα της Λυκίας, στο Σπόδιο των Θηβών κ.ά. Σ' όλη την αρχαιότητα τα μαντεία επηρέαζαν το λαό στην καθημερινή του ζωή και τις πόλεις στις ιστορικές τους τύχες. Τον 7ο π.Χ. αιώνα υπήρχαν περίπου 100 μαντεία. Στα τέλη του 5ου π.Χ. αιώνα όμως, με τα διδάγματα των σοφιστών και την ορθολογιστική κριτική, το κύρος των μαντείων άρχισε να κλονίζεται. Τον 4ο μ.Χ. αιώνα (έτος 362) καταγράφεται ο τελευταίος χρησμός του Μαντείου των Δελφών
ΑπάντησηΔιαγραφήΣτην αρχαιότητα με τη λέξη Σίβυλλα (ή και Σιβύλλα) χαρακτηριζόταν η οποιαδήποτε γυναίκα με μαντική ικανότητα που προφήτευε αυθόρμητα (χωρίς να ερωτηθεί), όταν περιερχόταν σε έκσταση, μελλοντικά συμβάντα (συνήθως δυσάρεστα ή φοβερά). Αυτό συνέβαινε, όπως πίστευαν οι αρχαίοι Έλληνες και Ρωμαίοι, γιατί δεχόταν την επίσκεψη ενός θεϊκού πνεύματος. Οι Σίβυλλες δεν είχαν σχέση εργασίας με κάποιο μαντείο.
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ κύρια διαφορά ανάμεσα στις Σίβυλλες και στις προφήτιδες των διάφορων μαντείων είναι ότι οι δεύτερες, όπως π.χ. η Πυθία στο Μαντείο των Δελφών, προφήτευαν μόνο απαντώντας σε καλώς καθορισμένα ερωτήματα, ενώ οι Σίβυλλες προφήτευαν χωρίς να δεχθούν προηγουμένως ερωτήσεις. Οι παραδόσεις για τις Σίβυλλες είναι αρχαιότατες. Φαίνεται ότι σχετικές παραδόσεις από τις χώρες της Μέσης Ανατολής πέρασαν στον ελληνικό χώρο μέσα από τη Μικρά Ασία σε εποχή που επικρατούσαν μυστικιστικές τάσεις και δεν είχε ακόμα γεννηθεί ο φιλοσοφικός στοχασμός στα παράλια της Ιωνίας.
Τα αρχαιότερα ελληνικά κείμενα κάνουν λόγο για μία και μοναδική Σίβυλλα. Γράφουν έτσι για τη Σίβυλλα, ως μία συγκεκριμένη μορφή, πρώτος ο Ηράκλειτος, ύστερα ο Ευριπίδης και ο Πλάτων. Ο πρώτος που κάνει λόγο για «Σίβυλλες» στον πληθυντικό είναι ο Αριστοτέλης. Ο Παυσανίας γράφει ότι η αρχαιότερη από όλες τις Σίβυλλες ήταν η Ηροφίλη, που έζησε πριν από τον Τρωικό Πόλεμο, κόρη του Δία και εγγονή του Ποσειδώνα. Νεότερή της ήταν μια άλλη Ηροφίλη, που κατοικούσε κοντά σε μια πηγή νερού στις Ερυθρές της Μικράς Ασίας (Ηράκλειτος, fr. 92). Οι μετά τον Αριστοτέλη πηγές αναφέρουν τρεις, 4 ή και 10 Σίβυλλες. Σύμφωνα με αρχαίους θρύλους, υπήρξαν συνολικά 12 Σίβυλλες σε όλη την αρχαιότητα. Στην ύστερη αρχαιότητα προστέθηκαν άλλες δύο.