24/8/14

Ανδρέας ο Πρωτόκλητος και Πρωτοψάλτης Κάλβος

ΚΑΡΜΠΟΝΑΡΙΑ & ΚΑΛΒΟΣ
"Τα θαυμάσια νερά: Ανδρέας Κάλβος" / Αθηνά Γεωργαντά 
  
Το λάβαρο των Καρμπονάρων
"Ο μεγάλος Έλληνας ποιητής Ανδρέας Κάλβος, κατόρθωσε να ανασυνθέσει στο έργο του τη μακραίωνη παράδοση της ελληνικής γλώσσας και γραμματείας με τις νεωτερικές προτάσεις του ευρωπαϊκού ρομαντισμού, με τις ποιητικές κατακτήσεις του Λόρδου Μπάιρον και με την ιδεολογική διδασκαλία των Καρμπονάρων. Βίωσε την εμπειρία της επαναστατικής αδελφότητας σε διάφορες χώρες της ηπείρου και από το συμβολικό τελετουργικό της άντλησε μεγαλειώδη έμπνευση. Διότι ο Κάλβος υπήρξε γέννημα της νέας κοινωνίας που δημιούργησε το 1789. Συνέθεσε άλλωστε και εξέδωσε το έργο του σε τρία από τα κυριότερα επαναστατικά κέντρα όλης της ηπείρου - Λονδίνο, Γενεύη, Παρίσι. 
"και με φως και με θάνατον ακαταπαύστως."
"Η κα. Γεωργαντά στο βιβλίο της "Τα θαυμάσια νερά: Ανδρέας Κάλβος", αναπτύσσει την ιδεολογία, τα σύμβολα και τις τελετουργίες του καρμποναρισμού, στηρίζοντας σε αυτά την ερμηνεία της καλβικής ποίησης. Εδώ, η σχέση παρουσιάζεται αμφίδρομη, αφού οι Ωδές μπορούν με τη σειρά τους να εκληφθούν ως αδιάψευστη μαρτυρία για τον καρμποναρισμό του δημιουργού τους. Η ταυτότητα του ποιητή Καρμπονάρου εκδηλώνεται με πάθος σε πολλούς στίχους ακόμη και της πρώτης Ωδής, εκείνης του 1819, όπου μέχρι και οι δύο λέξεις του τίτλου της, Ελπίς και Πατρίς, είναι λέξεις ιερές για τους Καρμπονάρους. Υψιστο ιδανικό για εκείνους είναι η φιλοπατρία, ως κληρονομιά της Γαλλικής Επανάστασης. Το 1790, Βωμοί της Πατρίδος στήνονται παντού στη Γαλλία. Το 1826, η τελευταία δεκάτη Ωδή των Λυρικών τιτλοφορείται Ο Βωμός της Πατρίδος. Η αφήγηση της Γεωργαντά διαθέτει παλμό και συμπαρασύρει τον αναγνώστη. Τεκμηριώνει τις απόψεις της, χωρίς να κρύβει ότι παραμένει βυρωνομανής κι ας βρίσκεται στον αιώνα της παγκοσμιοποίησης, που γυρίζει πίσω στις βολταιρικές απόψεις περί φιλοπατρίας." Ο Αγέλαστος Καρμπονάρος, από την Μ. Θεοδοσοπούλου

   
Ακόμη και όλη η διάρθρωση της Φιλικής Εταιρείας στηρίχθηκε στα οργανωτικά πρότυπα των Καρμπονάρων και των Ελευθεροτεκτόνων. Κατεξοχήν καρμποναρκές οι ιδέες του Κάλβου. Ας εντρυφίσουμε στους ίδιους τους στίχους.

ΛΥΡΙΚΑ ᾨδὴ Τετάρτη. Εἰς Σάμον

Ὅσοι τὸ χάλκεον χέρι βαρὺ τοῦ φόβου αἰσθάνονται,
ζυγὸν δουλείας, ἂς ἔχωσι· θέλει ἀρετὴν καὶ τόλμην
ἡ ἐλευθερία.

 
  https://www.youtube.com/watch?v=D8mzxfUq7gU

ΛΥΡΑ ᾨδὴ Τρίτη. Εἰς Θάνατον

λβ´. 
Ἐγὼ τώρα ἐξαπλώνω
ἰσχυρᾶν δεξιὰν
καὶ τὴν ἄτιμον σφίγγω
πλεξίδα τῶν τυράννων
δολιοφρόνων. 160

λγ´.
Ἐγὼ τὰ σκῆπτρα στάζοντα
αἵματος καὶ δακρύων
καταπατῶ· καὶ καίω
τῆς δεισιδαιμονίας
τὸ βαρὺ βάκτρον. 165

λδ´.
Ἐπάνω εἰς τὸν βωμὸν
τῆς ἀληθείας, τὰ σφάγια
τώρα ἐγὼ ρίπτω· μ᾿ ἄφθονα
τὸν λίβανον σωρεύω,
μ᾿ ἄφθονα χέρια. 170

λε´.
Ὡς ἀπ᾿ ἕνα βουνὸν
ὁ ἀετὸς εἰς ἄλλο πετάει,
καἰγὼ τὰ δύσκολα
κρημνὰ τῆς ἀρετῆς
οὕτω ἐπιβαίνω. 175


http://users.uoa.gr/~nektar/arts/poetry/andreas_kalbos_wdai.htm
Νεκτάριος ἐλάχιστος® ἐποίει. ©2004.

6 σχόλια:

  1. ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΑΛΒΟΣ

    Ο Ανδρέας Κάλβος (1792-1869) -του οποίου παραδόξως δεν υπάρχει γνωστό σωζόμενο πορτραίτο- αποτελεί έναν από τους σπουδαιότερους Έλληνες ποιητές. Η νεοκλασικιστική του παιδεία και η ρομαντική του ψυχοσύνθεση συμπλέκουν στην ποίηση του το δραματικό με το ειδυλλιακό, το παγανιστικό με το χριστιανικό, τα αρχαιοελληνικά πρότυπα με την σύγχρονη επαναστατική επικαιρότητα, τον πουριτανισμό με τον λανθάνοντα ερωτισμό, την αυστηρότητα, τη μελαγχολία, την κλασικιστική φόρμα με το ρομαντικό περιεχόμενο, σύζευξη που είναι ορατή ακόμη και στη γλώσσα (αρχαΐζουσα με βάση δημοτική) και στη μετρική (αρχαϊκή στροφή και μέτρο που συχνά δημιουργεί, σε δεύτερο επίπεδο, δεκαπεντασύλλαβους).

    Γεννημένος το 1792 στη Ζάκυνθο από μητέρα αρχοντοπούλα (την Ανδριανή Ρουκάνη) και από πατέρα μικροαστό και τυχοδιώκτη (τον Τζανέτο η Ιωάννη Κάλβο, πρώην ανθυπολοχαγό του βενετικού μισθοφορικού στρατού). Το 1802 ο πατέρας Κάλβος παίρνει τα δύο παιδιά του, τον Ανδρέα και τον κατά δύο χρόνια μικρότερο Νικόλαο, και εγκαταλείπει τη σύζυγο του για να εγκατασταθεί στο Λιβόρνο της Ιταλίας, γεγονός που παρέχει δυνατότητες μόρφωσης στον Κάλβο, ο οποίος, φιλομαθής καθώς είναι, πραγματοποιεί τις πρώτες επαφές του με τα ελληνικά γράμματα και την κλασική ελληνική και λατινική αρχαιότητα.

    Στο Λιβόρνο γράφει ο Κάλβος και το πρώτο του έργο, τον Ύμνο στον Ναπολέοντα, κείμενο προτρεπτικό αντιπολεμικό, που αργότερα αποκηρύσσει (κι έτσι γνωρίζουμε την ύπαρξη του, μιας που το ίδιο δεν σώζεται). Τον ίδιο χρόνο πηγαίνει για λίγους μήνες στην Πίζα, όπου εργάζεται ως γραμματέας και αμέσως μετά πηγαίνει στη Φλωρεντία, κέντρο τότε της πνευματικής ζωής και δημιουργίας. Τα δυο παιδιά μεγαλώνουν χωρίς οικογενειακή θαλπωρή. Η μητέρα χάνει τα ίχνη των παιδιών της και ο πατέρας εγκαταλείπει τα παιδιά, ταξιδεύοντας για τις δουλειές του. Το 1812 σημαδεύεται από τον θάνατο του πατέρα του και την ακόμη μεγαλύτερη οικονομική κάμψη που γνωρίζει αλλά παράλληλα και από την γνωριμία του με τον Ugo Foscolo, τον πιο τιμημένο Ιταλό ποιητή και λόγιο της εποχής. Ο Foscolo θα γίνει δάσκαλος, καθοδηγητής και μυητής του Κάλβου στον νεοκλασικισμό, στα αρχαϊκά πρότυπα, και στον πολιτικό φιλελευθερισμό. Το 1813 ο Κάλβος, και υπό την σκιά του Foscolo, γράφει στα ιταλικά τις τρεις τραγωδίες: Θηραμένης, Δαναΐδες και Ιππίας. Επιπλέον ολοκληρώνει τέσσερις δραματικούς μονολόγους, σύμφωνα με τις νεοκλασικιστικές επιταγές. Ο Foscolo αυτοεξορίζεται στο τέλος του 1813 στη Ζυρίχη για να αποφύγει το αυστριακό καθεστώς. Ο Κάλβος τον ξανασυναντά εκεί το 1816 και την ίδια εποχή πληροφορείται τον θάνατο της μητέρας του, γεγονός που τον συγκλονίζει. Εν τω μεταξύ έχει συνθέσει στα ιταλικά, από το 1814, και την Ωδή εις Ιονίους.

    Στα τέλη του 1816 οι δύο φίλοι καταφεύγουν στην Αγγλία και η αλληλεπίδραση τους εξακολουθεί μέχρι τον Φεβρουάριο του 1817, όταν ο οξύθυμος και στρυφνός χαρακτήρας αμφοτέρων διαλύει τη φιλία τους. Ο Κάλβος εξασφαλίζει τα προς το ζην παραδίδοντας ιδιαίτερα μαθήματα κυρίως ιταλικών και σε μικρότερο βαθμό ελληνικών. Μεταξύ 1817 και 1818 μεταφράζει στα νέα ελληνικά το Book of Common Prayer, το κατ' εξοχήν κανονικό βιβλίο της Αγγλικανικής Εκκλησίας, και επιμελείται φιλολογικά την ιταλική μετάφραση για λογαριασμό του εκδότη Bagster. Η νεοελληνική έκδοση θα κυκλοφορήσει το 1820 και η ιταλική το 1821, σε δύο σχήματα. Η πολύγλωττος έκδοση, σε οκτώ γλώσσες, θα τυπωθεί το 1821 σε σχήμα 4ο. Στα 1818-19 δίνει διαλέξεις με θέμα τη σωστή προφορά των αρχαίων, οι οποίες προκαλούν αίσθηση. Συντάσσει και εκδίδει μια Νεοελληνική Γραμματική, μια Μέθοδο Εκμάθησης Ιταλικών σε τέσσερα μέρη (το τρίτο μέρος συνιστούν οι δικές του Danaidi) και ασχολείται με τη σύνταξη ενός αγγλοελληνικού λεξικού.

    Το Μάιο του 1819, προσχώρησε στο Αγγλικανικό Δόγμα (he had conformed to the Church of England) και παντρεύεται την Τερέζα Τόμας η οποία πεθαίνει (πιθανότατα και η κόρη που είχαν εν τω μεταξύ αποκτήσει) ένα χρόνο αργότερα. Αποτυχημένη είναι και η ταυτόχρονη ερωτική του σχέση με την μαθήτρια του Σούζαν Ριντού.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Το 1819 τυπώνει και την πρώτη ελληνόφωνη ωδή του, «Ελπίς Πατρίδος». Το ποίημα θα ανευρεθεί από τον Λεύκιο Ζαφειρίου -σχεδόν 200 χρόνια μετά- στην βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου της Γλασκόβης και θα παρουσιαστεί στον τόμο «Ο Βίος και το Έργο του Ανδρέα Κάλβου» (Μεταίχμιο 2006).

    Τον Σεπτέμβριο του 1820 επιστρέφει στη Φλωρεντία με μια μικρής διάρκειας στάση στο Παρίσι. Εμπλέκεται στο κίνημα των Καρμπονάρων, συλλαμβάνεται και απελαύνεται στις 23 Απριλίου του 1821. Καταφεύγει στη Γενεύη, όπου περιβάλλεται με αγάπη από τον φιλελληνικό κύκλο. Εργάζεται και πάλι ως καθηγητής ξένων γλωσσών, ενώ παράλληλα ασχολείται με την έκδοση ενός χειρογράφου της Ιλιάδας, που όμως δεν πραγματοποιείται. Συγκλονισμένος και συνεπαρμένος από το ξέσπασμα της επανάστασης, εκδίδει το 1824 το πρώτο μέρος του ελληνόγλωσσου -και του μόνου με υψηλή ποιητική αξία- έργου του, τη Λύρα, μια συλλογή 10 ωδών. Οι ωδές του σχεδόν αμέσως μεταφράζονται και στα γαλλικά και βρίσκουν ευνοϊκότατη υποδοχή. Στις αρχές του 1825 ο Κάλβος μεταβαίνει στο Παρίσι, όπου ένα χρόνο αργότερα δημοσιεύει ακόμη δέκα ωδές, με οικονομική ενίσχυση των φιλελλήνων, τα Λυρικά.

    Στο τέλος του Ιουλίου του 1826 πηγαίνει στο Ναύπλιο. Απογοητεύεται όμως από την επικρατούσα διχόνοια και από την αδιαφορία για τον ίδιο και το έργο του. Τον Αύγουστο του ίδιου χρόνου πηγαίνει στην Κέρκυρα, όπου μέχρι το 1827 διδάσκει στην Ιόνιο Ακαδημία. Ως το 1836, οπότε και επανατοποθετείται στην Ακαδημία, ασχολείται με ιδιαίτερα μαθήματα. Το 1841 αναλαμβάνει τη διεύθυνση του Κερκυραϊκού Γυμνασίου, παραιτείται όμως στο τέλος του χρόνου. Ταυτόχρονα συνεργάζεται με τοπικές εφημερίδες. Με τον Σολωμό, όπως μαρτυρείται, «είχε απλή γνωριμία».

    Τον Νοέμβριο του 1852 ο Κάλβος αφήνει την Κέρκυρα και επιστρέφει στην Αγγλία. Ένα χρόνο αργότερα, τον Φεβρουάριο του 1853 παντρεύεται με τη Charlotte Wadams, στο παρθεναγωγείο της οποίας στο Λάουθ θα διδάσκει μέχρι το τέλος της ζωής του. Ο Κάλβος πεθαίνει στις 3 Νοεμβρίου του 1869. Ο τάφος του (και ο τάφος της χήρας του, που πέθανε το 1888) βρίσκεται στο νεκροταφείο της εκκλησίας της Αγ. Μαργαρίτας στο Κέντιγκτον, κοντά στο Λάουθ.

    Τα έργα του Κάλβου δέχτηκαν αρκετή κριτική από τις δύο επικρατούσες παρατάξεις διανοουμένων της ελληνικής πραγματικότητας. Οι Φαναριώτες από τη μία και οι Επτανήσιοι από την άλλη, αρνήθηκαν στις Ωδές του το δικαίωμα πολιτογράφησης στον χώρο της ελληνικής ποίησης. Ο Κάλβος γεννήθηκε μεν στη Ζάκυνθο και γύρισε εκεί μετά τη συγγραφή των Ωδών του, αλλά δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως Επτανήσιος ποιητής. Δεν ανήκει στη σχολή που παγιωνόταν γύρω από τον Σολωμό και μάλιστα κανένας λόγιος των Επτανήσων δεν τον θεώρησε ποτέ ως Ιόνιο ποιητή. Πολλοί άσκησαν κριτική στη γλώσσα που χρησιμοποιούσε ο Κάλβος, αν και παραδέχονταν την ποίηση του. Το ίδιο και οι Φαναριώτες. Σ’ αντίθεση με τους Έλληνες λόγιους, ο γαλλικός τύπος παρουσιαζόταν ενθουσιασμένος από τα έργα του Κάλβου, τα οποία κατάφεραν να πείσουν τους ξένους πολύ πιο εύκολα απ' ό,τι τους συμπατριώτες του.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Οι Καρμπονάροι ήταν μυστικές επαναστατικές οργανώσεις-εταιρείες που ιδρύθηκαν το 19ο αιώνα στην Ιταλία. Οι Ιταλοί καρμπονάροι επηρέασαν πολλές άλλες επαναστατικές ομάδες στην Ισπανία, τη Γαλλία, τη Ρωσία (Δεκεμβριστές π.χ.) καθώς και τη Φιλική Εταιρεία. Οι στόχοι των καρμπονάρων είχαν πατριωτικό και γενικότερα φιλελεύθερο-δημοκρατικό σκοπό, σε μια Ευρώπη που μετά την ήττα του Ναπολέοντα, τα μηνύματα της γαλλικής επανάστασης είχαν ατονήσει και οι αντιδραστικές δυνάμεις της φεουδαρχίας και του συντηρητισμού είχαν επανακτήσει τα πρωτεία. Με τον αυστριακό καγκελάριο Μέττερνιχ στο τιμόνι, οι δυνάμεις αυτές σύμπηξαν την Ιερή Συμμαχία του 1815 και κατέπνιγαν κάθε κίνημα που μπορούσε να διαταράξει το υπάρχον στάτους κβο και να αναζωπυρώσει τα μηνύματα της Γαλλίας του 1789, μηνύματα περί ενός νέου κοινωνικού συμβολαίου με την παροχή συντάγματος και γενικότερες δημοκρατικές ελευθερίες.

    Η Ιταλία, κατακερματισμένη εκείνη την περίοδο σε πόλεις-κράτη, αποτέλεσε το πρόσφορο έδαφος για την ένωση σε μυστικές εταιρείες ιταλών πατριωτών που ονειρεύονταν μια πατρίδα ενωμένη και ανεξάρτητη καθώς και δημοκρατική. Οι Καρμπονάροι σημάδεψαν μια ολόκληρη επαναστατική εποχή και μέλη τους πήραν μέρος σε σημαντικότατα γεγονότα, όπως την ιταλική επανένωση (το λεγόμενο Ριζορτζιμέντο), την επανάσταση του 1820 στην Ισπανία, στην Πορτογαλία και πολέμησαν στο πλευρό των Ελλήνων. Κυριάρχησαν στα νότια της Ιταλίας, την ώρα που στα βόρεια υπήρχαν οι οργανώσεις Adelfia και Filadelfia.

    Η φανερή αρχή της δράσης των Καρμπονάρων, που αντλούσαν μέλη από όλες τις κοινωνικές τάξεις, ακόμα και από το στρατό, εντοπίζεται ιστορικώς στις αρχές του 19ου αιώνα ως ανάδυση μιας πολιτικοποιημένης και ριζοσπαστικής παραφυάδας των Ελευθεροτεκτόνων (στη σύγχρονη ιταλική, η λέξη «carbonaro»-καρμπονάρο σημαίνει επίσης και «απόκρυφος», η δε λέξη carboneria-καρμπονερία σημαίνει επίσης και «συνωμοσία»). Τα μέλη χαιρετίζονταν μεταξύ τους ως «εξάδελφοι». Πρωταγωνιστικό ρόλο στην εσωτερική συμβολιστική των Καρμπονάρων είχαν ο πέλεκυς, η αξίνα, ο γνώμονας και το ισοσκελές τρίγωνο με το θεϊκό οφθαλμό στο μέσον του.

    Η εμφάνιση της «Καρμποναρίας» συμπίπτει χρονικά με την αρχή της μοναρχικής παλινόρθωσης (1814-1830), όταν οι επαναστάτες των διαφόρων ευρωπαϊκών κρατών θεωρούσαν τους εαυτούς τους «σαν προοδευτικές και χειραφετημένες ελίτ που έπρεπε να δράσουν στους κόλπους και προς όφελος μιας τεράστιας και αδρανούς μάζας αδαών και πλανημένων, οι οποίοι αναμφίβολα θα επιδοκίμαζαν την απελευθέρωση, όταν θα ερχόταν, αλλά κανείς δεν περίμενε να συμμετάσχουν ιδιαίτερα στην προετοιμασία της… Όλοι τους νοούσαν την επανάσταση ως ενιαία και αδιάσπαστη, ένα ενιαίο ευρωπαϊκό φαινόμενο μάλλον, παρά ένα άθροισμα εθνικών και τοπικών απελευθερωτικών κινημάτων. Όλοι τους έτειναν στην υιοθέτηση του ίδιου τύπου επαναστατικής οργάνωσης ή ακόμα και της ίδιας ακριβώς οργάνωσης: της μυστικής επαναστατικής αδελφότητας», Χόμπσμπαουμ (σελ.157).
    Ως προέκταση των «Καλών Εξαδέλφων», οι Καρμπονάροι ίδρυσαν τις πρώτες στοές τους (venditi) στο βασίλειο της Νεάπολης, ανέπτυξαν δημοκρατική και πατριωτική δράση κατά τη βοναπαρτική βασιλεία του Ζοακίμ Μυρά (1808–1815), ο οποίος αρχικά εξαπέλυσε εναντίον τους διωγμό με το στρατηγό του Μανέ, αλλά αργότερα προσπάθησε να τους προσεταιριστεί και παρά το ότι υπέστησαν στην αρχή της δράσης τους το έτος 1813, μία τραυματική διάσπαση (οι αποχωρήσαντες σχημάτισαν τους «Ορειχαλκουργούς» ή καλντεράρι, που έκτοτε παρέμειναν άσπονδοι εχθροί των πρώην «εξαδέλφων» τους), εξαπλώθηκαν ταχύτατα μέσω των δομών του Ελευθεροτεκτονισμού στην κεντρική και βόρεια Ιταλία, παρά το ότι ήδη από τις 15 Αυγ 1814 οι καρδινάλιοι Κονσάλβι και Πάκκα είχαν εκδώσει έδικτο ενάντια στις μυστικές κοινωνίες και ειδικά κατά των Ελευθεροτεκτόνων και των Καρμπονάρων. Με τον έδικτο αυτό τιμωρείτο με βαρύτατες ποινές σε όλη την παπική επικράτεια η συμμετοχή στις οργανώσεις τους, η παράσταση στις συγκεντρώσεις τους, αλλά και η απλή παραχώρηση χώρου για τις στοές τους..

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Οι Καρμπονάροι, με ύπατο συμβούλιό τους τη λεγόμενη «Αρχαία Αγορά» («Alta Vendita», στρατολογούσαν τα μέλη τους κυρίως από τις τάξεις των ευγενών, των φοιτητών, των δημόσιων λειτουργών, των διανοουμένων, των στρατιωτικών και των μικροκτηματιών και ήσαν οργανωμένοι συνωμοτικά σε ολιγάριθμους πυρήνες, με τελετές ένταξης, οργανωτικούς βαθμούς (στους οποίους αντιστοιχούσαν ισάριθμοι τύποι στιλέτων με συνθήματα και σύμβολα επάνω στις λάμες τους, που τα έφεραν πάντοτε επάνω τους οι Καρμπονάροι, είτε μέσα στις «αγορές» για τις διάφορες τελετές, είτε έξω από αυτές ως όπλα), μαθητεία, ψευδώνυμα (ο κάθε καρμπονάρος έπαιρνε ένα ψευδώνυμο, η δε αντιστοίχιση των ψευδωνύμων στα πραγματικά ονόματα γινόταν με εγγραφή σε δύο διαφορετικά βιβλία που φυλάσσονταν ξεχωριστά), συμβολική γλώσσα, σημεία αναγνώρισης (χειρονομίες, αγγίγματα και ειδικές λέξεις) και άκαμπτη ιεραρχία: οι ανώτατοι αξιωματούχοι λέγονταν «Μεγάλα Φώτα» και οι ανώτεροι ονομάζονταν σύμφωνα με τα καθήκοντά τους «ελέγχοντες», «καλύπτοντες», «απέλπιδες», κ.ά. Από τα αρχεία της μυστικής αστυνομίας που τους καταδίωκε, έχουν διασωθεί διάφορα συνθήματα και σημεία της οργάνωσης, όπως λ.χ. οι κωδικές λέξεις Speranza (Ελπίδα), Fede (Πίστη) και Carita (Αγάπη), το σύνθημα εισόδου σε κάποιες «αγορές» («Τιμή, Αλήθεια, Πατρίδα») και το αντισύνθημα «Ελπίδα, Πίστη, Ευσπλαχνία». Ως «σημείο συνεννόησης» έχει διασωθεί η λεγόμενη «Σκάλα»: ο Καρμπονάρος ύψωνε τα χέρια του μέχρι τους ώμους και τα κατέβαζε κάθετα κατά μήκος του σώματος, διαγράφοντας έτσι τους παραστάτες μιας σκάλας και μετά τα ύψωνε μέχρι το ύψος του στομάχου διαγράφοντας ένα σκαλοπάτι.

    Οι Καρμπονάροι ορκίζονταν στην Αρετή, την Ελευθερία και την Ισότητα και υπόσχονταν αλληλεγγύη μεταξύ των μελών και αφοσίωση στην οργάνωση (σε σημείο μάλιστα που να περάσει στη λαϊκή γλώσσα της Ιταλίας η φράση «το υπόσχομαι ως Καρμπονάρος»), εχεμύθεια, αλλά και μίσος προς όλους τους τυράννους, τους οποίους όφειλαν να πολεμήσουν ακόμα και με τα όπλα. Διακρίνονταν ιεραρχικά σε «βοηθούς» και «μαστόρους», με υπέρτατη αρχή τον απρόσωπο Θεό (Υπέρτατο Ον) (αν και συχνά, παρά την αποστροφή τους προς τη χριστιανική Θρησκεία, αναφέρονταν κάποιες φορές-«βέβηλα» κατά την παπική «βούλα» «Εcclesiam a Jesu Christo»- στον Ιησού Χριστό ή τον Άγιο Θεοβάλδο, υποτιθέμενο άγιο-προστάτη των καρβουνιάρηδων), αποκαλούσαν τις 20μελείς ομάδες τους «καλύβες» («baracci») και τις στοές τους «αγορές» («venditi», «ventes»), τιμωρούσαν δε με θάνατο τους επίορκους και τους προδότες, καθότι διακυβεύονταν τόσα πολλά και η επιτυχία του σκοπού ήταν άμεσα συνυφασμένη με την ολοκληρωτική εχεμύθεια.

    Η πρώτη βαθμίδα μύησης του «βοηθού» περιελάμβανε την παρουσίαση του νεόφυτου, την κατήχησή του στις βασικές ηθικές αρχές και τα σύμβολα της Καρμποναρίας (λ.χ. το κάρβουνο συμβόλιζε την πηγή της φωτιάς, η ιερή φωτιά συμβόλιζε τη φλόγα της ελευθερίας που σύντομα θα φώτιζε όλον τον κόσμο, κ.ο.κ.), καθώς και την ορκωμοσία του στην υποχρέωση της αφοσίωσης και της μυστικότητας, ενώ η δεύτερη περιελάμβανε μία αναπαράσταση των παθών του Ιησού Χριστού με πρωταγωνιστή τον ίδιο το μυούμενο. Η πρώτη βαθμίδα μύησης του «μαστόρου» (στην οποία δεν έφθαναν ποτέ οι «stabene», «στατικοί», δηλαδή όσοι μετά από τις δύο πρώτες μυήσεις κρίνονταν ανεπαρκείς από πλευράς ευφυίας ή τόλμης), η «βαθμίδα του Μεγάλου Εκλεκτού», περιελάμβανε την αποκάλυψη του πραγματικού σκοπού της οργάνωσης, δηλαδή της αναγκαιότητας ενός αγώνα για την ελευθερία και την ανατροπή όλων των τυραννιών και τον όρκο του μυούμενου «να αφιερώσει όλη του τη ζωή για το θρίαμβο των ιδανικών της ελευθερίας, της ισότητας και της προόδου, τα οποία αποτελούν την ψυχή όλων των απόκρυφων και φανερών ενεργειών του Καρμποναρισμού», ενώ όλοι οι παριστάμενοι γονάτιζαν με τα ξιφίδιά τους στραμμένα προς το στήθος τους,

    Ο δεύτερος αναβαθμός, η «βαθμίδα του Μεγάλου Μαστόρου των Μεγάλων Εκλεκτών», περιελάμβανε ένα πλούσιο δρώμενο αναπαραστάσεων με θέμα την ανατροπή των τυραννιών και την εγκαθίδρυση της Καρμποναρικής Δημοκρατίας.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. Η ιταλική Καρμποναρία
    Στην εποχή της μεγάλης δόξας του (1820-1821), ο Καρμποναρισμός είχε εξαπλωθεί ακόμα και στον γυναικείο πληθυσμό και ιδρύονταν η μία μετά την άλλη αρκετές γυναικείες στοές, τα μέλη των οποίων ονομάζονταν «Κηπεύτριες» («Le Giardiniere»-λε τζαρντινιέρε, ιταλική γλώσσα) και ως ψευδώνυμα έπαιρναν ονόματα λουλουδιών. Σύμφωνα με το «Λεξικό Ελευθερουδάκη» κατά την περίοδο αυτή η Καρμποναρία είχε περίπου 300.000 μέλη, ανησύχησε δε τόσο πολύ την περιβόητη Ιερά Συμμαχία, ώστε αυτή στο συνέδριο της στη Λιουμπλιάνα τον Ιανουάριο του 1821, κήρυξε «υπ’ αριθμόν 1 εχθρό της» την Καρμποναρία και όρισε να θανατώνονται τα στελέχη της ως ένοχοι εσχάτης προδοσίας. Το Μάρτιο του 1821 σημειώθηκε ακόμα ένας ξεσηκωμός, αυτή την φορά στο Πεδεμόντιο υπό τον Σανταρόζα. Όμως και αυτός ο ξεσηκωμός κατεστάλη από τον αυστριακό στρατό και ο Σανταρόζα μόλις την τελευταία στιγμή κατόρθωσε να διαφύγει στη Γαλλία και αργότερα στο Λονδίνο, από όπου και ήρθε στη συνέχεια στην επαναστατημένη Ελλάδα και πολέμησε πλάι στους αγωνιστές του 1821.

    Στα μέσα του Απριλίου 1821 εξαρθρώθηκε από την αστυνομία της Φλωρεντίας η τοπική οργάνωση της Καρμποναρίας και τα περισσότερα στελέχη της κλείστηκαν στις φυλακές, ενώ άλλα κατόρθωσαν να διαφύγουν. Ανάμεσα στους συλληφθέντες ήταν και ο ποιητής Ανδρέας Κάλβος, ο οποίος, καθώς δεν βρέθηκαν ισχυρές εναντίον του αποδείξεις αλλά και λόγω της ξένης υπηκοότητάς του (αγγλικής, ως επτανήσιος, υπό αγγλική τότε Αρμοστεία), απελάθηκε στην Ελβετία, ενώ την 1η Μαΐου 1821 ο καταζητούμενος καρμπονάρος ποιητής και ιστορικός από τη Φλωρεντία Φραντσέσκο Μπενεντέττι, φίλος του Ανδρέα Κάλβου, αυτοκτόνησε σ' ένα πανδοχείο με έναν πυροβολισμό στον κρόταφο, μη μπορώντας να διαφύγει.

    Ακόμα και ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης είχε παρασυρθεί από την άγνοιά του και έλεγε λίγα χρόνια αργότερα το άδικο «κακοί άνθρωποι, καρμπονάροι», ταυτίζοντας ουσιαστικά τον επαναστατικό δημοκρατικό αγώνα της Καρμποναρίας με την ανθρώπινη κακία, παρά το ότι πολλοί φιλέλληνες ήταν Καρμπονάροι (λ.χ. ο προσωπικός φίλος του λόρδου Μπάϋρον, Πιέτρο Γκάμπα, που είχε συλληφθεί στις 10 Ιουλίου 1821 μαζί με τον πατέρα του κόμη Ρουτζέρο Γκάμπα και εξοριστεί, και εν συνεχεία είχε συμμετάσχει στην Επανάσταση των Ελλήνων κατά των Οθωμανών, πεθαίνοντας τελικά το 1828 στο στρατόπεδό του Κολοκοτρώνη στα Μέθανα, σε ηλικία μόλις 27 ετών) και επίσης παρά το γεγονός ότι οι δυνάμεις της αντιδραστικής Ιερής Συμμαχίας πίστευαν ότι αυτή η ίδια η Ελληνική Επανάσταση δεν ήταν παρά η τοπική εφαρμογή ενός πανευρωπαϊκού ενιαίου καρμποναρικού σχεδίου.

    «Ωστόσο», όπως γράφει ο Χόμπσμπαουμ (σελ. 158), «ο Καρμποναρισμός (με τη γενική του έννοια) παρέμεινε η κύρια μορφή επαναστατικής οργάνωσης, και η διάθεσή του να συμβάλει στην ελληνική απελευθέρωση τον βοήθησε να διατηρήσει τη συνοχή του… ενώ οι πολιτικοί πρόσφυγες από την Πολωνία (η Πολωνία αν και πανίσχυρο κράτος το Μεσαίωνα, είχε διαμοιρασθεί τότε μεταξύ Πρωσίας, Ρωσίας και Αυστρίας) και την Ιταλία τον διέδωσαν ακόμα πιο μακριά». Τον Ιούλιο του 1823 μάλιστα ιδρύθηκε και στην Ελβετία, με βοήθεια από τον Ιωάννη Καποδίστρια που ιδιώτευε τότε στη Γενεύη μετά την παραίτησή του από Υπουργός Εξωτερικών της Ρωσίας και διατηρούσε επαφές με τους Καρμπονάρους για την υποστήριξη της ελληνικής Επανάστασης, η επαναστατική καρμποναρική στοά «Γαλάτες Αναμορφωτές» «Reformateurs Gaulois».

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  6. Γεωργαντά, Αθηνά

    Η Αθηνά Γεωργαντά είναι αναπληρώτρια καθηγήτρια νεοελληνικής φιλολογίας στο Τμήμα Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Πατρών. Σπούδασε νεοελληνική, βυζαντινή και ευρωπαϊκή φιλολογία στα Πανεπιστήμια της Θεσσαλονίκης, του East Anglia (Norwich, Αγγλία) και της Σορβόννης (Paris I). Για τα θέματα της καλβικής έρευνας έχει διατελέσει προσκεκλημένη ερευνήτρια του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης (Κέντρο Ευρωπαϊκών Ανθρωπιστικών Ερευνών, Σεπτέμβριος-Δεκέμβριος 1997) και προσκεκλημένη καθηγήτρια της Ecole des Hautes Etudes en Sciences Sociales στο Παρίσι (Δεκέμβριος 2005). Κύρια πεδία ερευνητικής ενασχόλησης: ελληνικός και ευρωπαϊκός ρομαντισμός, βυρωνισμός, διαφωτισμός, πρόσληψη της αρχαιότητας, οίνος και ελληνικός πολιτισμός, μελέτη του ελληνικού τύπου, Καρμπονάροι και επαναστατικά κινήματα 18ου-19ου αί.

    Τίτλοι στη βάση Βιβλιονέτ
    (2011) Τα θαυμάσια νερά: Ανδρέας Κάλβος, Ερμής
    (1993) Εμμανουήλ Ροΐδης, Ερμής
    (1992) Αιών Βυρωνομανής, Εξάντας

    Συμμετοχή σε συλλογικά έργα
    (2001) Greece Books and Writers, Εθνικό Κέντρο Βιβλίου
    (2001) Ο ρομαντισμός στην Ελλάδα, Σχολή Μωραΐτη. Εταιρεία Σπουδών Νεοελληνικού Πολιτισμού και Γενικής Παιδείας [εισήγηση]

    Λοιποί τίτλοι
    (1992) Myrger, Henry, Οι λιμοκοντόροι, Εκδόσεις Καστανιώτη [επιμέλεια]

    http://www.biblionet.gr/author/28969/Athena_Georganta
    http://www.papasotiriou.gr/author/353329

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...

Συνολικες Προβολες