Το πολιτικό κλίμα στην Ελλάδα ήταν εξαιρετικά τεταμένο, τα κοινοβουλευτικά κόμματα έδειχναν στοιχεία αποσύνθεσης δεν μπορούσαν να συνεργαστούν ούτε μεταξύ τους ούτε με τον Βασιλιά, το παρακράτος οργίαζε, η απειθαρχία στο στράτευμα βρίσκεται στο ζενίθ, ενώ υπήρχε όλο αυτό το διάστημα έντονη φημολογία για προσπάθεια κατάληψης της εξουσίας από τους Κομμουνιστές. Ο λόγος που επιτάχυναν τις εξελίξεις και υπήρξαν ο καταλύτης των γεγονότων που επακολούθησαν ήταν οι προκηρυχθήσες εκλογές της 28ης Μαΐου και η εκλογή του Ανδρέα Παπανδρέου στην εξουσία.
Η αρχή: Ο τρόπος με τον οποίο ο Συνταγματάρχης Γεώργιος Παπαδόπουλος, ο Ταξίαρχος Στυλιανός Παττακός και ο Συνταγματάρχης Νικόλαος Μακαρέζος κατέλαβαν την εξουσία τα χαράματα της 21ης Απριλίου 1967 ήταν απλούστατος και αποτελεσματικός. Πρώτα κινήθηκαν τα τμήματα των καταδρομέων καταλαμβάνοντας όλα τα τηλεπικοινωνιακά κέντρα χωρίς να επιτραπεί χρόνος για να δοθεί το σήμα συναγερμού που θα ειδοποιηούσε τους μηχανισμούς ασφαλείας να επέμβουν. Μετά ο Παπαδόπουλος είχε ετοιμάσει μια γραπτή διαταγή, που όριζε τις μετακινήσεις των αναγκαίων στρατιωτικών μονάδων, πλαστογραφώντας το όνομα του Βασιλιά. Δίνει το κωδικό σήμα για την ενεργοποίηση του Σχεδίου Προμηθεύς, με το οποίο έθετε όλες τις στρατιωτικές μονάδες υπό την άμεση ηγεσία του Υπουργού Άμυνας ή του Αρχηγού ΓΕΣ δηλ. του Αντιστράτηγου Οδυσσέα Αγγελή και ξεκινούν με το δεύτερο σκέλος του σχεδίου τους, τις συλλήψεις. Πριν η ώρα πάει 3.00 π.μ., οι πραξικοπηματίες είχαν θέσει υπό τον απόλυτο έλεγχό τους την Αθήνα. Είχαν εγκλείσει τους κρατούμενούς τους στους θαλάμους των Υποψηφίων Εφέδρων Αξιωματικών, στο δεύτερο όροφο της Σχολής Τεθωρακισμένων. Ενώ πολίτες είχαν μαντρωθεί στον Ιππόδρομο, στο Φαληρικό Δέλτα, στο γήπεδο Καραϊσκάκη στο Νέο Φάληρο και στο γήπεδο του Παναθηναϊκού στη Λεωφόρο. Στις 8.00΄ το πρωί οι κινηματίες ζήτησαν συνάντηση με τον Βασιλιά στο περικυκλωμένο από τανκς Τατόι. Ο Βασιλιάς μετά από διαβουλεύσεις τελικά δέχτηκε να αναλάβουν υπουργεία στρατιωτικοί και οι πραξικοπηματίες δέχτηκαν να γίνει Πρωθυπουργός μη στρατιωτικός.
Το καθεστώς που επιβλήθηκε στην Ελλάδα από τον Απρίλιο του 1967 έως τον Ιούλιο του 1974 έμεινε γνωστό ως «Δικτατορία των Συνταγματαρχών» ή «Χούντα των Συνταγματαρχών» [Η ετυμολογία της λέξης "Χούντα" προέρχεται από το λατινικό ρήμα iungere (= ενώνω, συνδέω) > ιταλ.: giunta > ισπ.: iunta). Το νέο καθεστώς προχώρησε από τις πρώτες ώρες σε κήρυξη στρατιωτικού νόμου για αόριστο χρονικό διάστημα, απαγόρευση κάθε πολιτικής δραστηριότητας και καθιέρωση αυστηρής λογοκρισίας. Όσοι εξέφραζαν την αντίθεσή τους παραπέμπονταν σε έκτακτα στρατοδικεία. Πολλοί συλλαμβάνονταν χωρίς δικαστικό ένταλμα, κρατούνταν χωρίς την απαγγελία κατηγοριών και αντιμετώπιζαν βασανιστήρια. Παρά τις εξαγγελίες τους, οι δικτάτορες προετοίμαζαν το έδαφος για μακρόχρονη παραμονή τους στην εξουσία. Το Δεκέμβριο του 1967 ο βασιλιάς Κωνσταντίνος επιχείρησε ανεπιτυχώς να τους ανατρέψει, αρνήθηκε να συνεχίσει να συνεργάζεται μαζί τους και αυτοεξορίστηκε στην Ιταλία. Ενώ και η προσπάθεια δολοφονίας του Γεώργιου Παπαδόπουλου από τον Παναγούλη απέτυχε (βλπ. Γιωρκάτζη).
Η πρώτη κυβέρνηση μετά την επικράτηση του κινήματος περιλάμβανε δικαστικούς, τεχνοκράτες και ελάχιστους στρατιωτικούς. Μέχρι τα τέλη όμως του 1968 η συλλογική διακυβέρνηση είχε μετατραπεί σε δικτατορία του ενός ανδρός, του Παπαδόπουλου. Με αφορμή τα γεγονότα του Πολυτεχνείου το Νοέμβριο του 1973 ομάδα σκληροπυρηνικών αξιωματικών με επικεφαλής τον διοικητή της ΕΑΤ-ΕΣΑ Δημήτριο Ιωαννίδη, οι οποίοι ήταν αντίθετοι με την απόπειρα φιλελευθεροποίησης του καθεστώτος και εξαγγελία εκλογών, ανέτρεψαν και έθεσαν σε κατ' οίκον περιορισμό τον Παπαδόπουλο.
Το τέλος: Ο Ιωαννίδης με τους επιτελείς του επιχείρησαν να ανατρέψουν τον Πρόεδρο της Κύπρου Μακαρίου. Η ενέργεια αυτή έδωσε την αφορμή στην Τουρκία, πέντε μέρες αργότερα, να επέμβει στρατιωτικά προβάλλοντας ως δικαιολογία την προστασία της τουρκοκυπριακής
μειονότητας. Μπροστά στο βάρος των ευθυνών τους και στο ορατό ενδεχόμενο
ελληνοτουρκικού πολέμου οι αρχηγοί των ενόπλων δυνάμεων που συμφώνησαν για το πραξικόπημα στην Κύπρο τώρα καλούν τον Κωνσταντίνο Καραμανλή για να σχηματίσουν
κυβέρνηση εθνικής σωτηρίας. Ο Καραμανλής και οι αρχηγοί των ενόπλων δυνάμεων θα αρνηθούν να βοηθήσουν την Κύπρο που δεχόταν πλέον το δεύτερο και τελικό σχέδιο Αττίλας. Η δημοκρατία στην Ελλάδα αποκαταστάθηκε, η τιμή όμως πήγε περίπατο.
Ρεπορτάζ Χωρίς Σύνορα
https://www.youtube.com/watch?v=Lar2Y6d24LY
Το λεν' οι πετροπέρδικες (Ω ρε Γιώργο Παπαδόπουλε)
https://www.youtube.com/watch?v=cpkZVP85sb0
Στις 9 Σεπτεμβρίου 1974 υποβλήθηκε στον αρμόδιο Εισαγγελέα η πρώτη μήνυση για το πραξικόπημα από τον δικηγόρο Αλέξανδρο Λυκουρέζο κατά 15 ατόμων. Οι κατηγορία εναντίον τους ήταν εσχάτη προδοσία, κατά παράβαση των άρθρων 134, 8α και 8β του Ποινικού Κώδικα. Η μήνυση αυτή, δυο μέρες αργότερα, διαβιβάστηκε από την Εισαγγελία Αθήνας στην Στρατιωτική Δικαιοσύνη, επειδή οι μηνυθέντες όταν τέλεσαν τα αδικήματα ήταν στρατιωτικοί.[22]
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο καλοκαίρι του 1975 οι πρωταίτιοι του πραξικοπήματος της 21ης Απριλίου δικάστηκαν ενώπιον του Πενταμελούς Εφετείου Αθηνών, με τις κατηγορίες της στάσης και της εσχάτης προδοσίας, αδικήματα που ενέπιπταν στα άρθρα 134 και 135 του Ποινικού Κώδικα και 63 του Στρατιωτικού Ποινικού Κώδικα.
Η σύνθεση του δικαστηρίου ήταν η ακόλουθη: Ιωάννης Ντεγιάννης, πρόεδρος, μέλη: Παναγιώτης Λογοθέτης, Παναγιώτης Κωνσταντινόπουλος, Ιωάννης Γρίβας και Γεώργιος Πλαγιανάκος, αναπληρωματικά μέλη: Ηλίας Γιαννόπουλος και Δημήτριος Τζούμας, εισαγγελείς: Κωνσταντίνος Σταμάτης και Σπύρος Κανίνιας.[23] Μετά από ακροαματική διαδικασία που διήρκεσε περίπου ένα μήνα (28 Ιουλίου - 23 Αυγούστου 1975) το δικαστήριο επέβαλε τις ακόλουθες ποινές στους κατηγορούμενους ανώτερους και ανώτατους αξιωματικούς:
Η απόφαση του Πενταμελούς Εφετείου, η μετατροπή της ποινής και οι αντιδράσεις της αντιπολίτευσης
Θάνατος για στάση, ισόβια κάθειρξη για εσχάτη προδοσία και καθαίρεση στους:
Γεώργιο Παπαδόπουλο
Στυλιανό Παττακό
Νικόλαο Μακαρέζο
Ισόβια κάθειρξη για εσχάτη προδοσία, δέκα χρόνια κάθειρξη για στάση και πέντε χρόνια στέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων στους:
Δημήτριο Ιωαννίδη
Γρηγόριο Σπαντιδάκη
Γεώργιο Ζωιτάκη
Ιωάννη Λαδά
Μιχαήλ Ρουφογάλη
Κωνσταντίνο Παπαδόπουλο
Αντώνιο Λέκκα
Μιχαήλ Μπαλόπουλο
Είκοσι χρόνια κάθειρξη κατά συγχώνευση για στάση και εσχάτη προδοσία και πέντε χρόνια στέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων στους:
Οδυσσέα Αγγελή
Νικόλαο Ντερτιλή
Δεκαπέντε χρόνια κάθειρξη κατά συγχώνευση για στάση και εσχάτη προδοσία και πέντε χρόνια στέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων στους:
Νικόλαο Γκαντώνα
Στέφανο Καραμπέρη
Δώδεκα χρόνια κάθειρξη κατά συγχώνευση για στάση και εσχάτη προδοσία και πέντε χρόνια στέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων στο:
Γεώργιο Κωνσταντόπουλο
Οκτώ χρόνια κάθειρξη κατά συγχώνευση για στάση και εσχάτη προδοσία και πέντε χρόνια στέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων στον:
Ευάγγελο Τσάκα
Πέντε χρόνια κάθειρξη κατά συγχώνευση για στάση και εσχάτη προδοσία και έκπτωση στον:
Δημήτριο Σταματελόπουλο
Αθώοι λόγω αμφιβολιών κηρύχθηκαν οι:
Αλέξανδρος Χατζηπέτρος
Κωνσταντίνος Καρύδας
Το δικαστήριο απέρριψε τον ισχυρισμό περί άρσης του άδικου χαρακτήρα της πράξης, το ελαφρυντικό του πρότερου έντιμου βίου, καθώς και ότι ωθήθηκαν στην πράξη τους από μη ταπεινά αίτια. Για τους Γεώργιο Παπαδόπουλο, Στυλιανό Παττακό και Νικόλαο Μακαρέζο το δικαστήριο δέχτηκε ότι υπήρξαν υποκινητές και επικεφαλής της στάσης, γι' αυτό και τους επεβλήθη η εσχάτη των ποινών, η θανατική ποινή.
Μετά από απόφαση της κυβέρνησης Καραμανλή, η θανατική ποινή για τους τρεις καταδικασθέντες μετατράπηκε σε ισόβια κάθειρξη. Στον ίδιο τον Κωνσταντίνο Καραμανλή αποδίδεται η ιστορική φράση «Και όταν λέμε ισόβια, εννοούμε ισόβια». Η πράξη επιείκειας αντιμετωπίσθηκε με σφοδρότητα από το σύνολο της αντιπολίτευσης, κυρίως για το γεγονός της κυβερνητικής παρέμβασης σε αποφάσεις της δικαιοσύνης.
Οι 18 καταδικασθέντες αξιωματικοί για το πραξικόπημα της 21 Απριλίου καθαιρέθηκαν με προεδρικό διάταγμα και υποβιβάστηκαν οριστικά στο βαθμό του στρατιώτη μετά την επικύρωση από τον Άρειο Πάγο της απόφασης του Πενταμελούς Εφετείου, στις 21 Ιουνίου 1976. Διαγράφτηκαν επίσης από τους καταλόγους των στελεχών της εφεδρείας και οι οικογένειές τους θα έπαιρναν μειωμένες συντάξεις.[24]