Ο Κάρολο Φρειδερίκο Ιερώνυμο φον Μινχάουζεν ((Hieronymus Carl Friedrich von Münchhausen) γεννήθηκε στο Ανόβερο στις11 Μαΐου1720 και πέθανε στις 22 Φεβρουαρίου1797. Ήταν Γερμανός ευγενής ο οποίος υπήρξε μισθοφόρος αξιωματικός του ρωσικούιππικού, που πολέμησε κατά τη διάρκεια του Ρωσοτουρκικού Πολέμου. Μετά την αποστρατεία του συνήθιζε να διηγείται σε φίλους και γνωστούς με εμφατικό έως και υπερβολικό τρόπο τα (συχνά φανταστικά) στρατιωτικά του και άλλα επιτεύγματα, κάτι που τον κατέστησε, σταδιακά, πασίγνωστο και πολλοί συγγραφείς αποφάσισαν να ασχοληθούν μαζί του και ιδίως μετά την ομώνυμη έκδοση του βιβλίου του Ροδόλφου Ράσπε, του 1785.
Το σύνδρομο Μινχάουζεν (Munchausen Syndrome) εισήχθη για πρώτη φορά σαν όρος στην ψυχιατρική από τον Άγγλο ψυχίατρο Richard Asher το 1951. Το σύνδρομο Munchausen αποτελεί μία πλασματική κατάσταση ασθενείας κατά την οποία το άτομο προσποιείται ασθένεια, νόσο ή ψυχολογικό τραύμα με σκοπό να τραβήξει προσοχή ή συμπάθεια προς το πρόσωπό του. Το σύνδρομο Munchausen ανήκει στην ομάδα πλασματικών καταστάσεων ασθενείας με κυρίως σωματικά σημεία και συμπτώματα, ωστόσο οι ασθενείς συχνά έχουν ιστορικό επανειλημένων νοσηλειών, ταξιδίων και δραματικών, εξαιρετικά απίθανων μυθοπλασιών από τις προηγούμενές τους εμπειρίες. Μία άλλη μορφή του συνδρόμου είναι το σύνδρομο Munchausen δια αντιπροσώπου το οποίο σχετίζεται με κακοποίηση ενός άλλου ατόμου, τυπικά ενός παιδιού, με σκοπό ο ασθενής να τραβήξει την προσοχή ή τη συμπάθεια των άλλων. Η πρόκληση συμπτωμάτων στο άλλο αυτό άτομο οδηγεί συχνά σε αχρείαστες διαγνωστικές και θεραπευτικές επεμβάσεις.
Η σοπράνο Αναστασία Ζαννή γεννήθηκε στηνΑθήνα και ζει στηΝέα Υόρκη. Σε ηλκία πέντε ετών ξεκίνησε μαθήματα πιάνου αλλά και τένις. Σπούδασε κλασικό τραγούδι στο Ωδείο Αθηνών και είναι αριστούχος διπλωματούχος Μονωδίας. Έλαβε ειδίκευση επίσης στην τζαζ μουσική στο Royal Academy of Music του Λονδίνου. Ομιλεί άπταιστα αγγλικά, ιταλικά, ισπανικά και πορτογαλικά.Πρώτη φορά έγινε γνωστή στο ελληνικό κοινό από τη συμμετοχή της στο μουσικόtalent showτου Αντ1 "Fame Story", το 2005. Η Αναστασία Ζαννή εκπροσώπησε με το τραγούδι της την Ελλάδα σε αρκετά θεσμικά, καλλιτεχνικά και αθλητικά γεγονότα λαμβάνοντας μέχρι σήμερα τις εξής διακρίσεις: 1ο βραβείο, Best Performance Award (World Trade Fair,Σεούλ, 2008), 3ο βραβείο, Performance Award (Cesme Song Festival,Τουρκία, 2009), Βραβείο Ολυμπιακής Επιτροπής, για τη συνεισφορά του στους Ολυμπιακούς Αγώνες (2014). Το 2021, το ΓΕΕΘΑ την προσκάλεσε στην Ελλάδα και η σοπράνο -την 25η Μαρτίου 2021- ερμήνευσε τονΎμνο εις την Ελευθερία, a capela, παρουσία της Προεδρικής φρουράς, της Προέδρου της Δημοκρατίας,Αικ. Σακελλαροπούλου, και του Πρωθυπουργού της Ελλάδας,Κυρ. Μητσοτάκη, στην Ακρόπολη. Η επιλογή της Ζαννή για την εν λόγω ερμηνεία, προκάλεσε αρκετά ερωτηματικά και ορισμένες επικρίσεις.
Ο ηθοποιίος Άκης Σακελλαρίου γεννήθηκε στις 9 Νοεμβρίου 1961 στη Θεσσαλονίκη. Είναι πτυχιούχος της Νομικής Σχολής του ΑΠΘ και απόφοιτος της Δραματικής Σχολής της Ρούλας Πατεράκη. Συνέχισε τις θεατρικές σπουδές του στην Αμερική, στην Δραματική Σχολή της Στέλλας Αντλερ και στο HB STUDIO. Έχει παίξει με επιτυχία στο θέατρο, την τηλεόραση και τον κινηματογράφο και έχει τιμηθεί δύο φορές με το βραβείο Α' και Β' ανδρικού ρόλου στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης όπως και με κρατικό βραβείο. Ακόμη θπήρξε μέλος και του μουσικοθεατρικού θιάσου "Άγαμοι Θύται".
Ο Κύπριος λαϊκός τραγουδιστής Χριστάκης Αναστασίου γεννήθηκε στις 8 Απριλίου 1971 στη Ξυλοτύμπου της Επαρχίας Λάρνακας. Στην ηλικία των 8 ετών η οικογένειά του μετακόμισε στο Ηνωμένο Βασίλειο το 1979 για μια νέα και καλύτερη ζωή. Σε ηλικία 14 ετών ξεκινά μαθήματα μπουζούκι. Το 1989 επιστρέφει στην Κύπρο με την οικογένειά του και το 1990 υπηρετεί τη στρατιωτικής θητείας και το 1991 αρχίζει να εργάζεται σε διάφορα ξενοδοχεία ως σεφ. Το 1998 κυκλοφορεί το πρώτο του CD με τίτλο "Δεύτερος Παρθενώνας". Σε αυτό το CD γράφει και τραγουδάει 7 νέα τραγούδια συν 4 παλαιότερα λαϊκά τραγούδια που τραγούδησαν αρχικά από άλλους γνωστούς Έλληνες τραγουδιστές. Δέκα χρόνια αργότερα το 2008 κυκλοφορεί ένα νέο CD με τίτλο "Αναπολώντας τα Παλιά". Το CD κυκλοφόρησε επίσημα μόνο στη Νέα Υόρκη μέσω του τηλεοπτικού και ραδιοφωνικού σταθμού Aktina FM αλλά και το 2010 από την Sure Records. Το 2013 κυκλοφορεί ένα νέο CD με τίτλο "Ελληνικό Ζεϊμπέκικο" μέσω του Diktio FM. Το 2015 ένα δίσκο με 4 νέα τραγούδια κυκλοφόρησε online μέσω 4 νέα τραγούδια του. Το 2017 κυκλοφορεί το τελευταίο ηλεκτρονικό του CD "Φέρτε μου τον Λογαριασμό".
Η ηθοποιοός Καίτη Παπανίκα γεννήθηκε στις 14 Ιουνίου1942 στη Νέα Φιλαδέλφια. Σπούδασε στηΔραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρουκαι απεφοίτησε με άριστα. Παράλληλα σπούδασε κλασσικό τραγούδι στο ωδείο Αθηνών. Μαθήτρια ακόμη πήρε μέρος σε φεστιβάλ απαγγελίας ποίησης στο Παρίσι, βραβεύθηκε και κηρύχθηκε επίτιμη δημότης. Πρωτοεμφανίστηκε στη σκηνή το1964στο έργο "Υπόγειο Της Λέλας"του Β. Ιμπροχώρη στοΘέατρο Αττικόν. Στη συνέχεια συνεργάστηκε με θιάσους γνωστών πρωταγωνιστών και διακρίθηκε στην πρόζα και την επιθεώρηση. Στον κινηματογράφο ξεκίνησε το1963με την ταινία "Μας Κρύβουν Τον Ήλιο"και το 1968 ήταν σταθμός για την καριέρα της, αφού έγινε περισσότερο γνωστή όταν έπαιξε στην ταινία "Μια Ιταλίδα απο την Κυψέλη". Σε όλη τη σταδιοδρομία της έλαβε μέρος σε περισσότερες από 50 ταινίες, δράματα, κωμωδίες και περιπέτειες. Είχε τιμηθεί με το κρατικό βραβείο Α' Γυναικείου ρόλου το1990για την ερμηνεία της στην ταινία "Άντε γειά"του Γ. Τσεμπερόπουλου, ενώ είχε παίξει και σε αρκετές τηλεοπτικές σειρές. Η ηθοποιός, η οποία ξεχωρίζει για το ήθος της, την καλοσύνη και τις προοδευτικές ιδέες της, πήρε την απόφαση να προσφέρει τον μισθό της σε άπορες οικογένειες. Ο προβληματισμός για τα κοινά την οδήγησε στη θέση της δημοτικής συμβούλου στη Νέα Φιλαδέλφεια. Ως αντιπρόεδρος στον τομέα του Πολιτισμού και του Αθλητισμού, έριξε στο τραπέζι μια ρηξικέλευθη πρόταση: να δίνει τον μισθό της από το δημοτικό συμβούλιο (600 ευρώ) σε οικογένειες που έχουν πραγματική ανάγκη από χρήματα για να επιβιώσουν. Η Καίτη Παπανίκα ήταν δασκάλα στη Σχολή Υποκριτικής του Αντώνη Ανδριόπουλου. Στις 8 Φεβρουαρίου 2015 ανακηρύχθηκε ομόφωνα Επίτιμο Μέλος της Φιλότεχνης Λέσχης Αχαρνών (Μενιδίου). Απεβίωσε στις 12 Ιουνίου 2017 σε ηλικία 75 ετών στην Αθήνα από καρκίνο. Σύζυγος της ήταν ο ηθοποιόςΘεόδωρου Κατσαδράμη.
"ΧΡΗΣΤΟΣ ΚΟΡΩΠΙΩΤΗΣ... ένας αδικημένος μεγάλος καλλιτέχνης, που μπροστά του θα έπρεπε να ωχριούν πολλοί από τους νέους ένεκα της σπάνιας εγκεφαλικής του φωνής που μόνο με τον Στέλιο Καζαντζίδη και τον Μανώλη Αγγελόπουλο μπορούμε να συγκρίνουμε. Αν δεν είχε περάσει τόσα βασάνα στην παιδική του ηλικία, σήμερα θα μιλάγαμε για έναν ΤΕΡΑΣΤΙΟ καλλιτέχνη. Τα λόγια είναι περιττά..."
Ο τραγουδιστής Χρήστος Μοσχόβης γεννήθηκε στο Κορωπί το 1948 και από εκεί είναι που προήλθε και το καλλιτεχνικό του ψευδώνυμο "Κορωπιώτης". Το μεγαλυτερο στήριγμα στη ζωή του όπως είχε δηλώσει ήταν η μητέρα του η Σμυρνιά, καθώς ο πατέρας του είχε πεθάνει όταν ο ίδιος ήταν ακόμα παιδί. Το 1965, 16-17 ετών βρέθηκε δίπλα στον Γιώργο Κόρο και την Σοφία Κολλητήρη και πολύ σύντομα στις μεγάλες πίστες στην Ιερά Οδό δίπλα στον Διονυσίου, στην Παλόμα κ.ά.
Θα μπει στην δισκογραφία σε νεαρή ηλικία και ο πρώτος του δίσκος θα ονομαστεί "Δώδεκα χρονών". Σταδιακά θα συνεργαστεί και με άλλα μεγάλα ονόματα και θα διαγράψει σημαντική πορεία στη νυχτερινή διασκέδαση αλλά και στη δισκογραφία.
Η Φιλική Εταιρεία σύμφωνα με τους επίσημους καταλόγους της είχε περισσότερα από 1000 μέλη. Η όλη διάρθρωση της Φιλικής Εταιρείας στηρίχθηκε στα οργανωτικά πρότυπα των Καρμπονάρων και των Ελευθεροτεκτόνων. Το Α σήμαινε ότι κάποιος κατείχε τον ανώτερο βαθμό πριν από την Ανώτατη Αρχή τον αόρατο στην προκειμένη περίπτωση ηγέτη. Ως ΑΒ υπέγραφε ο Τσακάλωφ, ως ΑΓ ο Σκουφάς και πιθανόν ως ΑΔ ο Ξάνθος, αλλά για διάφορους λόγους πήρε τα αρχικά του ο Γαλάτης. Η ηγετική της ομάδα απεκαλείτο «η Αόρατος Αρχή» και περιβλήθηκε από την πρώτη στιγμή με τέτοια μυστική αίγλη, ώστε να πιστεύεται ότι συμμετείχαν σε αυτήν πολλές σημαντικές προσωπικότητες, όχι μόνον Έλληνες μα και ξένοι, όπως υπονοούσαν. Στην πραγματικότητα, τον πρώτο καιρό ήταν μόνο οι τρεις ιδρυτές της. Κατόπιν, από το 1815 έως το 1818, προστέθηκαν άλλοι πέντε και μετά το θάνατο του Σκουφά προστέθηκαν άλλοι τρεις.
Οι Αρχηγοί της στην αλληλογραφίαν τους αντί των κύριων ονομάτων τους χρησιμοποιόυσαν τα στοιχεία του αλφαβήτου ως ακολούθως
Α Β - Αθανάσιος Τσακάλωφ
Α Γ - Νικόλαος Σκουφάς Α Δ - Εμμανουήλ Ξάνθος (αλλά έπειτα εξ αιτίας του Νικόλαου Γαλάτη έλαβε τα αρχικά Α Θ)
Α Μ και Αρμόδιος - Γρηγόριος Δικαίος Φλέσσας (Παπαφλέσσας)
Α Ξ - Νικόλαος Πατζιμάδης
Α Ρ και Καλός - Αλέξανδρος Υψηλάντης
Το 1818 η «Αόρατη Αρχή» μετονομάστηκε σε «Αρχή των Δώδεκα Αποστόλων» και κάθε Απόστολος επωμίστηκε την ευθύνη μιας μεγάλης περιφέρειας. Οι Aπόστολοι της Φιλικής Εταιρείας ήταν δώδεκα και ορίστηκαν από τον Σκουφά, όταν πήγε στην Κωνσταντινούπολη την άνοιξη του 1818 και αυτοί ήταν οι:
Γεωργάκης Ολύμπιος για τη Σερβία,
Βατικιώτης για τη Βουλγαρία,
Κωνσταντίνος Πεντεδέκας για τη Ρουμανία,
Χριστόδουλος Λουριώτης για την Ιταλία,
Χρήστος (Αναγνώστης) Παπαγεωργίου Αναγνωσταράς για τα νησιά του Σαρωνικού,
Ηλίας Χρυσοσπάθης για τη Μεσσηνία,
Ιωάννης Στεργίου Φαρμάκης για τη Μακεδονία και Θράκη,
Ασημάκης Κροκίδας για την Ήπειρο,
Αντώνιος Πελοπίδας για την Πελοπόννησο,
Δημήτριος Ίπατρος για την Αίγυπτο,
Γαβριήλ Κατακάζης για τη Νότια Ρωσία και
Κυριάκος Καμαρηνός για τον Πετρόμπεη της Μάνης
Όλοι αυτοί, μετά το θάνατο του Σκουφά, διασκορπίστηκαν στις περιφέρειες που τους ορίστηκαν και άρχισαν να μυούν τους Έλληνες στους σκοπούς της Φιλικής Εταιρείας. Ανάμεσα σ' αυτούς πεφωτισμένοι λόγιοι και επιστήμονες της εποχής, αλλά και προεστοί και άλλοι εξέχοντες άνδρες. Η όλη δομή ήταν πυραμιδοειδής και στην κορυφή δέσποζε η «Αόρατος Αρχή». Κανείς δε γνώριζε ούτε είχε δικαίωμα να ρωτήσει ποιοι την αποτελούσαν. Οι εντολές της εκτελούνταν ασυζητητί, ενώ τα μέλη δεν είχαν δικαίωμα να λαμβάνουν αποφάσεις. Η Εταιρεία απεκαλείτο «Ναός» και είχε αρχικά τέσσερις βαθμίδες μύησης: α) οι αδελφοποιητοί ή βλάμηδες, β) οι συστημένοι, γ) οι ιερείς και δ) οι ποιμένες. Όταν το 1818 η εταιρεία μετέφερε την έδρα της στην Κωνσταντινούπολη, δημιουργήθηκαν ακόμα δύο βαθμοί ε) οι αφιερωμένοι και στ) οι αρχηγοί των αφιερωμένων, οι οποίοι δίνονταν αποκλειστικά σε στρατιωτικούς. Αργότερα οι βαθμίδες συμπληρώθηκαν από ζ)τους απόστολους και η) το Γενικό Επίτροπο της Αρχής, τίτλος που δόθηκε στην Αλεξ. Υψηλάντη, όταν δέχτηκε την αρχηγία της Φιλικής Εταιρείας (1820).
Ο Γκούρας ήταν αγωνιστής του 1821, οπλαρχηγός της Στερεάς Ελλάδας και Φρούραρχος της Ακρόπολης των Αθηνών. Γεννήθηκε το 1791 στη Ντρεμίσσα και ήταν εξάδελφος του οπλαρχηγού Πανουργιά και από παιδί εξασκήθηκε στα όπλα. Μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία από τον Πανουργιά και με την έναρξη της επανάστασης στρατολογεί πολλούς αγωνιστές. Λίγα χρόνια πριν από την Επανάσταση υπηρέτησε δίπλα στον οπλαρχηγό της Λιβαδειάς Οδυσσέα Ανδρούτσο. Απόκτησε την εκτίμηση του και έγινε πρωτοπαλίκαρο του, λίγους μήνες πριν από την έκρηξη της Επανάστασης. Συμμετείχε στο πλάι του Αντρούτσου στη Μάχη της Γραβιάς (8 Μαΐου 1821), όπου διακρίθηκε για την τόλμη του. Μετά την πολιορκία τηςΛιβαδειάς από τον Αλή Πασά κατέφυγε στον ξάδερφό του, τον Πανουργιά, στον οποίο οι Τούρκοι είχαν παραχωρήσει το αρματολίκι της Άμφισσας. Με τετρακόσιους περίπου άνδρες, που είχε συγκεντρώσει στα περίχωρα τηςΆμφισσαςόρμησε το πρωί της 27ης Μαρτίου 1821 κατά της πόλης. Μαζί του κινήθηκαν και ο Πανουργιάς και οι οπλαρχηγοί Παπανδριάς και Μανίκας. Κυκλώνουν την πόλη και καταφέρνουν να κλείσουν τους Τούρκους στην ακρόπολη της πόλης και μετά από πολιορκία δέκα ημερών οι Τούρκοι παραδίδονται. Ο Γκούρας συμμετείχε και στη μάχη των Βασιλικών (25 και 26 Αυγούστου 1821) και παρ’ ότι το δικό του σχέδιο δεν έγινε δεκτό, εν τούτοις επέδειξε μέγιστη μαχητικότητα στο πεδίο της μάχης, αναλαμβάνοντας το κρισιμότερο έργο της αναχαίτισης του κύριου κορμού των τουρκικών δυνάμεων. Το 1822 ο Γκούρας διορίζεται φρούραρχος της Αθήνας και το 1825 γενικός οπλαρχηγός της Ανατολικής Στερεάς Ελλάδας. Ως φρούραρχος ήταν ιδιαίτερα σκληρός κάνοντας μάλιστα και πολλές αυθαιρεσίες. Κατά τη διάρκεια του εμφυλίου εισέβαλε στην Πελοπόννησο και συγκρούστηκε με τους προκρίτους της Κορινθίας, της Αρκαδίας και της Ηλείας. Στις 7 Απριλίου του 1825 συλλαμβάνει τον Οδυσσέα Ανδρούτσο και τον φυλακίζει στην Ακρόπολη. Λέγεται μάλιστα ότι ο Γιάννης του Γκούρα, ο Ιωάννης Μαμούρης, δέχτηκε εντολή από τον Γιάννη Γκούρα για τη δολοφονία του Ανδρούτσο πριν αυτός δικαστεί, Έτσι τα μεσσάνυχτα της5η Ιουνίου1825, ο Μαμούρης προχώρησε μαζί με τους Μήτρο Τριανταφυλλίνα και Παπακώστα Τζαµάλα στη δολοφονία του αιχμάλωτου στην Ακρόπολη, Οδυσσέα Ανδρούτσου, τον οποίο στραγγάλισαν στο κελί του και έπειτα πέταξαν το πτώμα από τον πύργο του Γουλά ώστε να φανεί πως ο θάνατος του θύματος προήλθε στην προσπάθειά του να αποδράσει. Στον λαό διαδόθηκε τότε ότι ο Ανδρούσος πήγε να δραπετεύσει, αλλά το σχοινί που χρησιμοποίησε κόπηκε και έτσι έπεσε από την Ακρόπολη και τσακίστηκε. Υπεύθυνος για τον θάνατό του ήταν το άλλοτε πρωτοπαλίκαρό του, ο Γκούρας. Ο Γκούρας σκοτώθηκε τελικά κατά τηνπολιορκία της Ακροπόλεωςαπό τονΚιουταχήτην1 Οκτωβρίου1826. Προηγουυμένως στις 21 Δεκεμβρίου 1925 ο Μακρυγιάννης παντρεύεται την αρχοντοπούλα Κατίγκω (Αικατερίνη) Σκουζέτο με κουμπάρο τον Γιάννη Γκούρα.
Ο θάνατος του Γκούρα
https://www.youtube.com/watch?v=nm-YKeTMwpo
Κλέφτικο ιστορικό δημοτικό τραγούδι, με στοιχεία μοιρολογιού, για τον θάνατο του Ιω.Γκούρα, φρούραρχου των Αθηνών κατά την πολιορκία της Ακροπόλεως από τον Κιουταχή το 1826. Τραγουδά ο Αντώνης Διαμαντίδης ή Νταλγκάς, σε σπάνια ηχογράφηση του 1930.
Ο τάφος του Γκούρα βρίσκεται μέσα στον χώρο της αυλής της Ιεράς Μονής Φανερωμένης Σαλαμίνος και πλάκα που βρίσκεται επάνω στον τάφο λέει:
Χατζηκώσταινα, γνωστή με το παρατσούκλι Ψωροκώσταινα = Πανωραία Χατζηκώστα
Ψωροκώσταινα καημένη
https://www.youtube.com/watch?v=VFIdoRrYzk4
Στίχοι: Γιάννης Κακουλίδης
Μουσική: Γιώργος Κριμιζάκης
Εκτέλεση: Μιχάλης Βιολάρης
Η Πανωραία Χατζηκώστα ήταν Ελληνίδα Μικρασιάτισσα καταγόμενη από αρχοντική οικογένεια των Κυδωνιών (Αϊβαλί). Κατέφυγε στο Ναύπλιο, μετά την καταστροφή του Αϊβαλιού από τον τουρκικό στρατό, όπου έχασε και τα τέσσερα της παιδιά και τον άντρα της, που μπήκε στην πόλη στις 2 Ιουνίου 1821 για να εκδικηθεί την πυρπόληση τουρκικού δίκροτου στις 27 Μαΐου στην Ερεσό. Η Χατζηκώσταινα, γνωστή με το παρατσούκλι Ψωροκώσταινα ή Ψαροκώσταινα, καταγράφηκε στην ιστορική μνήμη, όταν, σύμφωνα με αναφορές της εποχής, προσέφερε τα ελάχιστα υπάρχοντά της στον έρανο που έλαβε χώρα στο Ναύπλιο για την ενίσχυση των πολιορκημένων του Μεσολογγίου, το 1826. Ο Ευάγγελος Δαδιώτης, αναφέρεται στην δήλωσή της: «Δεν έχω τίποτα άλλο από αυτό το ασημένιο δαχτυλίδι κι αυτό το γρόσι. Αυτά τα τιποτένια προσφέρω στο μαρτυρικό Μεσολόγγι». Έκτοτε χρησιμοποιούνται ή έκφραση "Ψωροκώσταινα" που αναφέρεται στο ελληνικό κράτος ως κράτος φτωχό, που βασίζεται το περισσότερο στην εθελοντική συνδρομή και προσπάθεια των κατοίκων του παρά στη σωστή και επιστημονική οργάνωση και διαχείριση των εσόδων του.
Η Λασκαρίνα γεννήθηκε στις 11 Μαΐου1771 στην Κωνσταντινούπολη μέσα στις φυλακές, όταν η μητέρα της Σκεύω επισκέφτηκε τον σύζυγό της, Σταυριανό Πινότση, τον οποίο είχαν φυλακίσει οι Οθωμανοί για τη συμμετοχή του σταΟρλωφικά(1769-1770). Την βάφτισε και της έδωσε το όνομά της εκεί ο φυλακισμένος πολέμαρχος της Μάνης,Παναγιώτης Μούρτζινος.Μετά τον θάνατο του Πινότση στη φυλακή, μητέρα και κόρη επέστρεψαν στην 'Υδρα, τον τόπο καταγωγής τους. Τέσσερα χρόνια αργότερα μετακόμισαν στις Σπέτσες, όταν η μητέρα της παντρεύτηκε και πάλι και από την ένωση αυτή η Λασκαρίνα απέκτησε οκτώ ετεροθαλή αδέρφια. Η ίδια παντρεύτηκε δυο φορές, στην ηλικία των 17 ετών με τον Σπετσιώτη Δημήτριο Γιάννουζα και στην ηλικία των 30 ετών με τον επίσης Σπετσιώτη πλοιοκτήτη και πλοίαρχο Δημήτριο Μπούμπουλη και οι δυο όμως σκοτώθηκαν από Αλγερινούς πειρατές. Όταν η Μπουμπουλίνα έγινε χήρα για δεύτερη φορά, είχε έξι παιδιά, τρία από τον πρώτο της γάμο και τρία από τον δεύτερο γάμο της. Είχε όμως αποκτήσει μια τεράστια περιουσία την οποία είχε κληρονομήσει από τους συζύγους της, έχοντας υπό την κατοχή της πλοία, γη και χρήματα πέραν των 300,000 τάλαρων. Κατάφερε μάλιστα να αυξήσει την περιουσία της με σωστή διαχείριση και εμπορικές δραστηριότητες. Το1816 ωστόσο, ηΥψηλή Πύληθέλησε να κατασχέσει την περιουσία της με τη δικαιολογία ότι τα πλοία του δεύτερου άντρα της, συμμετείχαν με τονρωσικόστόλο στονΡωσοτουρκικό πόλεμο, μετά απὀ καταγγελίες συγγενών της, που εποφθαλμιούσαν την περιουσία της. Πράγματι ο Μπούμπουλης είχε πάρει μέρος στη ναυμαχία στην Ίμβρο και την Τένεδο κατά των Τούρκων, και είχε παρασημοφορηθεί από τους Ρώσους, οι οποίοι του είχαν απονείμει τον τίτλο του πλοιάρχου του Ρωσικού Αυτοκρατορικού στόλου και τον τίτλο του επίτιμου Ρώσου πολίτη. Η Μπουμπουλίνα για να αντιμετωπίσει την κατάσταση πηγαίνει στηνΚωνσταντινούπολημε το πλοίο τηςΚανάκης, όπου συναντά τονΡώσο,Φιλέλληναπρεσβευτή Στρογκόνωφ, από τον οποίο ζητά να την προστατέψει επικαλούμενη τις υπηρεσίες του συζύγου της στον ρωσικό στόλο και το γεγονός ότι τα πλοία της είχαν τότε ρωσική σημαία, βάση τηςΣυνθήκης Κιουτσούκ Καϊναρτζή που είχαν υπογραφεί το1774. Τότε εκείνος για να την σώσει από την επικείμενη σύλληψή της από τους Τούρκους, την έστειλε στηνΚριμαία, στηΜαύρη Θάλασσα, σε ένα κτήμα που της δόθηκε από τονΤσάροΑλέξανδρο τον Α'. Πριν όμως πάει εκεί, θα καταφέρει να συναντήσει τη μητέρα τουΣουλτάνουΜαχμούτ Β΄, τηνΒαλιντέ Σουλτάνα, η οποία εντυπωσιασμένη από τον χαρακτήρα της Μπουμπουλίνας έπεισε τον γιο της να υπογράψει φιρμάνι, με το οποίο δεν θα άγγιζε την περιουσία της και δεν θα την συνελάμβανε. Η Μπουμπουλίνα αφού παρέμεινε στην Κριμαία για περίπου τρεις μήνες περιμένοντας να ηρεμήσει η κατάσταση, έφυγε για τις Σπέτσες.Η Μπουμπουλίνα, έχοντας γίνει ήδη μέλος της Φιλικής Εταιρείας στην Κωνσταντινούπολη υπήρξε η μόνη γυναίκα που μυήθηκε στην οργλανωση, στον κατώτερο όμως βαθμό μύησης αφού οι γυναίκες δεν γίνονταν δεκτές. Καθώς γυρνούσε στις Σπέτσες, αγόραζε μυστικά όπλα και πολεμοφόδια από τα ξένα λιμάνια, τα οποία μετά έκρυψε στο σπίτι της, ενώ ξεκίνησε την κατασκευή του πλοίου Αγαμέμνων, η οποία ολοκληρώθηκε το 1820 και είχε μήκος 48 πήχες, είχε 18 κανόνια και κόστισε 75.000 τάλαρα.Για τη ναυπήγηση του Αγαμέμνονα καταγγέλθηκε στην Υψηλή Πύλη, αλλά η Μπουμπουλίνα κατάφερε να ολοκληρώσει την κατασκευή του δωροδοκώντας τον απεσταλμένο Τούρκο επιθεωρητή στις Σπέτσες και πετυχαίνοντας την εξορία αυτών που την κατήγγειλαν. Την ίδια περίοδο έρχεται σε ρήξη όμως με τα παιδιά του δεύτερου συζύγου της από τον πρώτο του γάμο όταν αυτά διεκδικούν το μερίδιο τους από την πατρική περιουσία. Θα καταφύγουν πρώτα στον Οικουμενικό Πατριαρχείο που της εξέδωσε επιτίμιο και μετά στους προεστούς των Σπετσών και τελικά στο Βουλευτικό, το οποίο ωστόσο δεν έλαβε θέση στην ενδοοικογενειακή διαφορά, εκτιμώντας το μέγεθος της προσφοράς της στην Επανάσταση. Η μεγάλη καπετάνισσα είχε σχηματίσει το δικό της εκστρατευτικό σώμα από Σπετσιώτες και είχε αναλάβει να αρματώνει, να συντηρεί και να πληρώνει τον στρατό αυτό μόνη της όπως έκανε και με τα πλοία της και τα πληρώματά τους, κάτι που συνεχίστηκε και την έκανε να ξοδέψει στα δύο πρώτα χρόνια της επανάστασης όλη της την περιουσία προσπαθώντας να περικυκλώσει τα τουρκικά οχυρά, το Ναύπλιο και την Τρίπολη. Πράγματι μετά την κατάληψη του Ναυπλίου στις30 Νοεμβρίου1822, το υπο διαμόρφωση κράτος της έδωσε κλήρο στην πόλη ως ανταμοιβή για την προσφορά της στοέθνοςκαι η Μπουμπουλίνα εγκαταστάθηκε εκεί. Στα τέλη του 1824 ωστόσο, η πατρίδα σπαράζεται από τον δεύτερο εμφύλιο πόλεμο, όπου η Κυβέρνηση Κουντουριώτη (Η κυβέρνηση των Πλοιάρχων των νησιών) υπερισχύει του συνασπισμού των Προεστών και των Στρατιωτικών της Πελοποννήσου, με αποτέλεσμα τη δολοφονία του Πάνου Κολοκοτρώνη και τη σύλληψη και την φυλάκιση του ίδιου του Γέρου του Μοριά μαζί με άλλους οπλαρχηγούς σε ένα μοναστήρι του Προφήτη Ηλία στην Ύδρα. Η Μπουμπουλίνα αντιδρά και ζητά την αποφυλάκιση του Κολοκοτρώνη, λόγω του σεβασμού που έτρεφε προς αυτόν. Τελικά και η ίδια κρίνεται επικίνδυνη από την Κυβέρνηση και συλλαμβάνεται δύο φορές από το Υπουργείο Αστυνομίας, με εντολή να φυλακιστεί. Τελικά η Μπουμπουλίνα εξορίζεται στις Σπέτσες χάνοντας τον κλήρο γης, που το κράτος της είχε παραχωρήσει στο Ναύπλιο. Πικραμένη από τους πολιτικούς και την εξέλιξη του Αγώνα και έχοντας ξοδέψει όλη την περιουσία της, θα χάσει και τη ζωή της στις 22 Μαΐου1825 στις Σπέτσες κατά τη διάρκεια λογομαχίας που είχε με τους Κουτσαίους, πρόκρίτους στις Σπέτσεςπου δεν ενέκριναν το γάμου της νεαρής Ευγενίας Κούτση με τον μικρότερο γιο της Μπομπουλίνας από τον πρώτο της γάμο και τους οποίους είχε δώσει καταφύγιο στο σπίτι της.
ΜΑΝΤΩ ΜΑΥΡΟΓΕΝΟΥΣ (1796-1848)
Κόρη του εμπόρου και μέλους της Φιλικής Εταιρείας, Νικόλαου Μαυρογένη και της Ζαχαράτης Μπάτη. Οι γονείς της κατάγονταν από τη Μύκονο αλλά έμεναν στην Τεργέστη ήδη δέκα χρόνια, επειδή ο πατέρας ήταν σπαθάρης (υπασπιστής) του ηγεμόνα της Μολδαβίας και η μητέρα της, ήταν δραστήρια γυναίκα που διηύθυνε στην Τεργέστη τις εμπορικές υποθέσεις του άντρα της. Ήταν μια όμορφη γυναίκα αριστοκρατικής καταγωγής, μεγάλωσε σε μια μορφωμένη οικογένεια, επηρεασμένη από την εποχή του Διαφωτισμού. Με πλοία εξοπλισμένα με δικά της έξοδα, καταδίωξε διακόσιους Αλγερινούς που λυμαινόταν τις Κυκλάδες και αργότερα πολέμησε στην Κάρυστο, στη Φθιώτιδα και στη Λιβαδειά. Κάτοχος της γαλλικής γλώσσας, συνέταξε συγκινητική έκκληση προς τις γυναίκες της Γαλλίας, ζητώντας τη συμπαράστασή τους στον πληθυσμό της Ελλάδας. Επίσης εκτός από τα Γαλλικά, μιλούσε άπταιστα Ιταλικά, αλλά και Τουρκικά. Εξόπλισε δύο επανδρωμένα και «ιδιωτικά» πλοία με δικά της έξοδα, με τα οποία καταδίωξε τους πειρατές που επιτέθηκαν στη Μύκονο και σε άλλα νησιά των Κυκλάδων. Στις 22 Οκτωβρίου 1822, οι Μυκονιάτες απωθούσαν τους Οθωμανούς Τούρκους υπό την ηγεσία της, οι οποίοι αποβιβάστηκαν στο νησί. Εξόπλισε και εφοδίασε 150 άνδρες για να εκστρατεύσει στην Πελοπόννησο και έστειλε δυνάμεις και οικονομική υποστήριξη στη Σάμο, όταν το νησί απειλήθηκε από τους Τούρκους. Αργότερα, η Μαντώ έστειλε ένα άλλο σώμα πενήντα ανδρών στην Πελοπόννησο, οι οποίοι συμμετείχαν στην άλωση της Τριπολιτσάς. Επίσης ξόδεψε χρήματα για την ανακούφιση των στρατιωτών και των οικογενειών τους, αλλά και για την προετοιμασία μιας εκστρατείας προς τη Βόρεια Ελλάδα με την υποστήριξη πολλών φιλελλήνων. Αργότερα δημιούργησε έναν στόλο έξι πλοίων και πεζικό αποτελούμενο από δεκαέξι λόχους με πενήντα άντρες το καθένα και έλαβε μέρος σε επιχειρήσεις στην Κάρυστο το 1822 και χρηματοδότησε την εκστρατεία της Χίου, όμως δεν κατάφερε να εμποδίσει τη σφαγή της Χίου. Μια άλλη ομάδα πενήντα ανδρών στάλθηκε για να ενισχύσει τον Νικηταρά στη μάχη των Δερβενακίων. Όταν ο οθωμανικός στόλος εμφανίστηκε στις Κυκλάδες, επέστρεψε στην Τήνο και πούλησε τα κοσμήματά της για τη χρηματοδότηση του εφοδιασμού και εξοπλισμού των 200 ανδρών που πολεμούσαν τον εχθρό και περιέθαλψε δύο χιλιάδες ανθρώπους που είχαν επιβιώσει από την πρώτη πολιορκία του Μεσολογγίου. Οι άντρες της συμμετείχαν σε αρκετές άλλες μάχες όπως αυτές του Πηλίου, Φθιώτιδας και της Λιβαδειάς. Η Μαντώ απηύθυνε έκκληση στις γυναίκες του Παρισιού και του διαφωτισμού στην Ευρώπη ώστε να πάρουν το μέρος των Ελλήνων. Μετακόμισε στο Ναύπλιο το 1823, για να βρίσκεται στον πυρήνα του αγώνα, αφήνοντας την οικογένειά της η οποία περιφρονούταν ακόμα και από τη μητέρα της λόγω των επιλογών της. Την εποχή εκείνη η Μαυρογένους γνώρισε τον Δημήτριο Υψηλάντη με τον οποίον και αρραβωνιάστηκε σε σύντομο χρονικό διάστημα. Σύντομα, έγινε διάσημη σε όλη την Ευρώπη για την ομορφιά και την ανδρεία της. Αλλά τον Μάιο του ίδιου χρόνου, το σπίτι της κάηκε ολοκληρωτικά και η περιουσία εκλάπη. Μετά από αυτό πήγε στην Τρίπολη για να είναι μαζί με τον Υψηλάντη, ενόσω ο Παπαφλέσσας της παρείχε τροφή. Για τον Αγώνα διέθεσε όλη της την περιουσία και όταν ο πόλεμος τελείωσε, για τη συνολική δραστηριότητά της ο Ι. Καποδίστριας της απένειμε -τιμή μοναδική σε γυναίκα- το αξίωμα της Αντιστράτηγου επί τιμή και της παραχώρησε μια κατοικία στο Ναύπλιο., όπου και μετακόμισε. Είχε μάλιστα στην κατοχή της ένα σπαθί κειμήλιο με την επιγραφή «Δίκασον Κύριε τους αδικούντας με, τους πολεμούντας με, βασίλευε των Βασιλευόντων». Στον αρραβώνα της Μαυρογένους με τον Υψηλάντη αντιτάχθηκαν πολλοί από ισχυρούς πολιτικούς, οι οποίοι είδαν την ενοποίηση των δύο αυτών ισχυρών οικογενειών, οι οποίες διέθεταν φιλικές σχέσεις, ως απειλή. Ο «επικεφαλής» των αντιπάλων τους στην Ελλάδα ήταν ο Ιωάννης Κωλέττης, ο οποίος ηγήθηκε της επιτυχημένης απόπειρας διάλυσης του αρραβώνα. Μετά τον αρραβώνα η Μαντώ επέστρεψε στο Ναύπλιο όπου ζούσε βαθιά καταθλιπτικά, σε κατάσταση εξαθλίωσης, στερήσεων και φτώχειας και δεν έλαβε κάποια τιμητική σύνταξη, ούτε της αποπληρώθηκε κάποιο ποσό από τα χρήματα που είχε δώσει για τη χρηματοδότηση των διάφορων μαχών. Μετά το θάνατο του Υψηλάντη και τις έντονες πολιτικές του συγκρούσεις με τον Κωλέττη, εξορίστηκε από το Ναύπλιο και επέστρεψε στη Μύκονο, όπου ασχολήθηκε με τη συγγραφή των απομνημονευμάτων της. Μετακόμισε στην Πάρο το 1840, όπου κατοικούσαν μερικοί από τους συγγενείς της. Η μεγάλη αυτή γυναίκα πέθανε από τυφοειδή πυρετό στην Πάρο τον Ιούλιο του 1848, μόνη, λησμονημένη και πάμφτωχη, έχοντας ξοδέψει όλη της την περιουσία για τον αγώνα για την ελευθερία της πατρίδας.
Η Μαριγώ Ζαραφοπούλα ήταν αγωνίστρια του 1821 και μέλος της Φιλικής Εταιρείας. Γεννήθηκε στην ιστορική συνοικίαΤαταύλατηςΚωνσταντινούπολης. Μυήθηκε στηΦιλική Εταιρείακαι όταν κατά τις αρχές του1821, ο Ασημάκης Θεοδώρου πρόδωσε τα μυστικά της οργάνωσης στις οθωμανικές αρχές, ανέλαβε, χρησιμοποιώντας τις γνωριμίες της με διάφορους αξιωματούχους, να πληροφορηθεί λεπτομέρειες για το συμβάν, αποστολή την οποία έφερε εις πέρας. Παράλληλα, χρησιμοποιώντας τις ίδιες γνωριμίες καθώς και τη σημαντική της περιουσία, πέτυχε την δραπέτευση των γιων τουΠετρόμπεη Μαυρομιχάληπου διέμεναν στηνΚωνσταντινούποληως αιχμάλωτοι. Όταν αποκαλύφθηκε η συμμετοχή της ίδιας αλλά και του εμπόρου αδελφού της, Χατζηβασίλη, στη Φιλική Εταιρεία, γνώρισε διώξεις ενώ ο αδελφός της καρατομήθηκε στις23 Απριλίου 1821. Τελικά, μετά από μεγάλες ταλαιπωρίες, η Ζαραφοπούλα κατάφερε να μεταβεί στηνΎδρατης επαναστατημένηςΕλλάδας, κομίζοντας μαζί της μεγάλο χρηματικό ποσό το οποίο διέθεσε για τις ανάγκες της επανάστασης. ΣτηνΠελοπόννησο, χρησιμοποιήθηκε από τουςΚολοκοτρώνηκαιΥψηλάντηως κατάσκοπος εντός τηςΤριπολιτσάςκαι τουΝαυπλίου. Τα επόμενα χρόνια, χρηματοδότησε την εκστρατεία του Φαβιέρου στην Κάρυστο καθώς και την αντίστοιχη τουΧατζημιχάλη ΝταλιάνηστηνΚρήτη. Μεσούσης της επανάστασης, παντρεύτηκε τον αξιωματικό Γεώργιο ή Θεόδωρο Στεφάνου ο οποίος σκοτώθηκε μαχόμενος, αποκτώντας μαζί του δύο παιδιά. Πέθανε άπορη μετά το1865, έτος κατά το οποίο αιτήθηκε σύνταξη από την Επιτροπή Εκδουλεύσεων. Την προσφορά της Ζαραφοπούλας στην επανάσταση, πιστοποίησαν με σχετικά έγγραφα αρκετοί σημαντικοί οπλαρχηγοί όπως οιΓενναίος Κολοκοτρώνης,Χατζηχρήστος,Νικηταράςκ.ά.
Η Κυριακή Ναύτη υπήρξε η πρώτη γυναίκα μέλος της Φιλικής Εταιρείας και αγωνίστρια '21.Καταγόταν από τη Σμύρνη, πατέρας της ήταν ο Γεώργιος Μιτάκης, που στη Σμύρνη μετονομάστηκε Μαϊντιρλής, και μητέρα της η Πελοποννήσια Ζαφείρω. Παντρεύτηκε στη Σμύρνη τον γιατρό και Φιλικό Μιχαήλ Ναύτη. Παραδίδεται ότι στο σπίτι του Μιχαήλ Ναύτη πραγματοποιούνταν συχνά συναντήσεις των Φιλικών που κίνησαν τις υποψίες της Κυριακής Ναύτη. Η Κυριακή είδε την αλληλογραφία των Φιλικών και, όταν πίεσε τον σύζυγό της για να μάθει την αλήθεια, αποφασίστηκε από τους υπόλοιπους εταίρους να μυηθεί, παρόλο που ήταν γυναίκα. Τελικά, η Κυριακή Ναύτη έδωσε τον όρκο των Φιλικών και έμεινε στην ιστορία ως η πρώτη γυναίκα μέλος της Φιλικής Εταιρείας. Πρόσφερε, μάλιστα, 3.000 γρόσια για την οργάνωση του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα. Πριν την κήρυξη της επανάστασης το ζευγάρι φοβούμενο αντίποινα των Τούρκων μετακόμισε στη Σύρο. Και εκεί ανέπτυξαν έντονη δραστηριότητα. Ο σύζυγός της ίδρυσε νοσοκομείο στο νησί το 1833. Η οικονομική συνεισφορά της Κυριακής Ναύτη είναι αξιοσημείωτη: εκτός του ποσού που έδωσε στην Φιλική Εταιρεία, πρόσφερε σχεδόν όλη την περιουσία της στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα. Επίσης ανέπτυξε κοινωνική δράση. Το όνομα της Κυριακής συνδέεται με εράνους και δράσεις, κυρίως για την εκπαίδευση των κοριτσιών στη Σύρο.
Οι Σουλιώτισσες
Δέσπω Μπότσαρη: Καταγόταν από τη σουλιώτικη οικογένεια των Σεχαίων. Αδέλφια της ήταν ο Γιαννάκης, ο Γεώργιος και ο Δημήτριος Σέχος. Ήταν γυναίκα του Σουλιώτη οπλαρχηγού Γιωργάκη Μπότση. Η λεοντόψυχη αυτή Σουλιώτισσα έμεινε στην ιστορία για την αντίστασή της στα στρατεύματα του Αλή Πασά και τον ηρωικό της θάνατο -μαζί με τα γυναικόπαιδα που είχε υπό την προστασία της- στον πύργο του Δημουλά, στο χωριό Ρηνιάσα (σημ. Ριζά) του Ζαλόγγου, στις 25 Δεκεμβρίου του 1803.
Λένω Μπότσαρη: Βρισκόμαστε στα 1804. Η Λένω, η κόρη του Κίτσου Μπότσαρη, δεκαπέντε μόλις ετών, αποκλεισμένη από τους στρατιώτες του Αλή πασά στο μοναστήρι του Σέλτσου των Αγράφων, πολεμά γενναία εναντίον των Τούρκων μαζί με τους συμπατριώτες της τους Σουλιώτες. Ο αδελφός της ο Γιάννης σκοτώνεται. Συνεχίζει τον πόλεμο στο πλευρό του θείου της σε άλλο πεδίο τον αγώνα, κοντά στον Αχελώο ποταμό. Περικυκλώνεται όμως από τους εχθρούς και, για να μην πέσει στα χέρια τους, ρίχνεται στο ποτάμι και πνίγεται.
Ο απαράμιλλος ηρωισμός τους έχει απαθανατιστεί και στα γνωστά δημοτικά τραγούδια "Της Δέσπως" & "Της Λένως" :
Ο τραγουδιστής και τραγουδοποιός Αντώνης Σγουρός γεννήθηκε στις 13 Οκτωβρίου 1982 στην Καμπέρα της Αυστραλίας και μεγάλωσε στην Ελλάδα από μητέρα Αυστραλέζα και πατέρα Έλληνα. Σε ηλικία περίπου 9 ετών ξεκίνησε να μαθαίνει πιάνο, μπουζούκι και κιθάρας. Στα 13 του ασχολείται με την σύνθεση/φωνητική και στα 15, έρχεται η πρώτη εμφάνιση σαν επαγγελματίας τραγουδιστής. Το 1997 στη Θεσσαλονίκη και σε διάφορα ρεμπετάδικα. Έχει εμφανιστεί σε δεκάδες μαγαζιά κερδίζοντας τις καλύτερες εντυπώσεις!
Μάθε πως εγώ
https://www.youtube.com/watch?v=IXOdaTUMa0k
Στίχοι: Στράτος Βασιλάκης/ Κάρολος Παπαδόπουλος
Μουσική: Στράτος Βασιλάκης
Εκτέλεση: Αντώνης Σγουρός
Αλκοολικός θα γίνω ( Video clip ) https://www.youtube.com/watch?v=1co-FLhOFGA Στίχοι-Μουσική: Ιωάννης Αρβανιτίδης
Ιδρυτικά Μέλη: Μάριος Ηλιόπουλος -κιθάρα Κώστας Καραμητρούδης (Gus G.) -κιθάρα
Τωρινή Σύνθεση:
Μάριος Ηλιόπουλος - κιθάρα
Ronnie Nyman-φωνή
Magnus Söderman- κιθάρες
Dino George Stamoglou- ντραμς
Francisco Escalona -μπάσο
Έτος Ίδρυσης: 2000
Είδος: Μελωδικό Death Metal
Περιοχή: Θεσσαλονίκη (Ελλάδα) / Ουψάλα (Σουηδία)
Οι Nightrage είναι ελληνο-σουηδικό metal συγκρότημα που δημιουργήθηκε από τον κιθαρίστα Μάριο Ηλιόπουλο και τον καλό του φίλο Κώστας Καραμητρούδης. Το 2003 κυκλοφόρησαν το πρώτο τους άλμπουμ με τίτλο "Sweet Vengeance" και το 2005 ακολούθησε ο δεύτερος τους δίσκος με τίτλο "Descent Into Chaos" με πολλές όμως αλλαγές στη σύνθεση των μελών του γκρουπ. Το Μάιο του 2006, ο Gus έφυγε οριστικά από τους Nightrage με σκοπό να αφοσιωθεί αποκλειστικά στο καινούριο του συγκρότημα, τους Firewind όπως και αι ο νταμμερ Φώτης Γιαννακόπουλος "Μπενάρντο" από το γκρουπ με σκοπό να δημιουργηθεί μια πιο σταθερή σύνθεση, βασισμένη σε περισσότερους Σουηδούς μουσικούς.Οι Nightrage, στις 12 Μαρτίου του 2007, κυκλοφόρησαν την καινούρια τους δουλειά που έχει τίτλο "A New Disease is Born". Το 2009 κυκλοφόρησαν το "Wearing A Martyrs Crown" και το 2011 το Nightrage - Vengeance Descending (2011)