22/12/13

Σούλι, το κάστρο της Λευτεριάς

Το Σούλι έπεσε στα χέρια του Αλή Πασά στα τέλη του 1803. Η συνθήκη της παράδοσης, που υπογράφηκε στις 12 Δεκεμβρίου του 1803, επέτρεπε στους Σουλιώτες να πάρουν τα όπλα τους και να πάνε όπου ήθελαν. Στις 15 Δεκεμβρίου, άνδρες και γυναικόπαιδα χωρίστηκαν σε τρία σώματα με κατεύθυνση το Ζάλογγο, το Βουλγαρέλι και την Πάργα. Δεν είχαν ξεκινήσει καλά καλά, όταν ο Αλή Πασάς έδωσε διαταγή να τους χτυπήσουν. Η ομάδα που κατευθυνόταν στην Πάργα, κατάφερε να ξεφύγει. Οι Τουρκαλβανοί πρόλαβαν το δεύτερο σώμα στο Ζάλογγο. Οι Σουλιώτες αμύνθηκαν. Ομως, η μάχη ήταν άνιση. Οι άνδρες έκαναν έξοδο και κάμποσοι κατάφεραν να σωθούν. Οι γυναίκες (κατ άλλους 60, κατ άλλους 22) οπισθοχώρησαν στον απόκρημνο βράχο. 16 Δεκεμβρίου 1803, στήσουν χορό και τραγουδώντας γκρεμίσθηκαν με τα παιδιά τους, προτιμώντας σταράτα το θάνατο παρά την σκλαβιά και την ατίμωση. Ο χορός του Ζαλόγγου, αποτελεί ένα ιδιαίτερα εντυπωσιακό και σπανιότατο ιστορικό υπαρκτό γεγονός, που έλαβε χώρα 18 χρόνια πριν την Ελληνική Επανάσταση του 1821, στη κορυφή του Όρους Ζάλογγο ο οποίος και κατέληξε εν χορώ κυριολεκτικά, σε μια ομαδική απελπισμένη  βρεφοκτονία  και  αυτοκτονία ορεσίβιων γυναικών της περιοχής του Σουλίου. Καθόρισε σε μεγάλο βαθμό την γνώμη των Φιλελλήνων στην Ευρώπη κατά την έναρξη της Ελληνικής Επαναστάσεως, εξιδανικεύοντάς το στις συνειδήσεις των Φιλελλήνων με συγκινησιακές φορτίσεις και διαστάσεις θαυμασμού. O «Εθνικός μύθος» κατά την κυρία Μαρία Ρεπούση, ο Χορός του Ζαλόγγου!  Το τρίτο σώμα, με αρχηγό τον Κίτσο Μπότσαρη, κατάφερε να φτάσει Βουλγαρέλι. Εμπειρος πολεμιστής ο Μπότσαρης έκρινε πως το μέρος δεν παρείχε ασφάλεια. Πρότεινε να συνεχίσουν ως τα Αγραφα. Οι πολλοί τον ακολούθησαν. Εφτασαν εκεί κι οχυρώθηκαν σ' ένα μοναστήρι, στις 22 Δεκεμβρίου. Μια άλλη ομάδα, από 78 γυναικόπαιδα, κατέφυγε στη Ρινιάσα, χωριό ανάμεσα στην Αρτα και την Πρέβεζα. Στις 23 Δεκεμβρίου 1803, οι Αλβανοί μπήκαν στο χωριό σφάζοντας όποιον έβρισκαν μπροστά τους. Η Δέσπω Μπότση με καμιά δεκαριά κόρες, ανίψια κι εγγόνια, πρόλαβε και κλείστηκε στον πύργο Κούλα του Δημουλά. Οι Αλβανοί την πολιόρκησαν. Πολέμησε, όσο μπορούσε. Οι εχθροί ήταν πολλοί και οι Αλβανοί την καλούσαν να παραδοθεί. Εκείνη μάζεψε τους συγγενείς της και τους ρώτησε, αν προτιμούν την παράδοση ή τον θάνατο. Διάλεξαν το δεύτερο. Συγκέντρωσε στη μέση του πύργου όση πυρίτιδα της απέμενε. Οταν οι Αλβανοί μπήκαν μέσα, της έβαλε φωτιά. Ανατινάχτηκαν όλοι.
 
Έχε γεια, καημένε κόσμε ( Έχετε γεια βρυσούλες)
https://www.youtube.com/watch?v=M1AUmwU6JBo&spfreload=10
Στίχοι: Σπύρος Περεσιάδης
Μουσική: Ιωάννης Σακελλαρίδης
Εκτέλεση: Βασιλική Λαβίνα
Δίσκος: "Ρίζες" του Γιάννη Μαρκόπουλου



ΖΑΛΟΓΓΟ- Η ΥΠΕΡΤΑΤΗ ΘΥΣΙΑ ΣΤΟ ΒΩΜΟ ΤΗΣ ΠΑΤΡΙΔΑΣ
https://www.youtube.com/watch?v=WHoqMW_4s4M&spfreload=10

Αναφορά Χριστόφορου Περραιβού, στο βιβλίο του Ιστορίας του Σουλίου και της Πάργας, 1815. Ξένοι περιηγητές όπως, ο Ιάκωβος Μπαρτόλντυ, ο Γουλιέλμος Μαρτίνος Ληκ, ο Χόλαντ, ο Φραγκίσκος Πουκεβίλ, ο Κλωντ Φωριέλ και Έλληνες ιστορικοί όπως ο Χριστόφορος Περρραιβός μαρτυρούν το γεγονος. 
«Αι γυναίκες δε κατά την δευτέραν ημέραν βλέπουσαι ταύτην τη κτηνώδη περίστασιν, εσυνάχθησαν έως εξήκοντα, επάνω εις έναν πετρώδη κρημνόν. Εκεί εσυμβουλεύθησαν και απεφάσισαν ότι καλύτερα να ριφθούν κάτω από τον κρημνόν διά να αποθάνουν, πάρεξ να παραδοθούν διά σκλάβες εις χείρας των Τούρκων. Όθεν αρπάξαντες με τας ιδίας των χείρας τα άκακα και τρυφερά βρέφη, τα έρριπτον κάτω εις τον κρημνόν. Έπειτα αι μητέρες πιάνοντας η μία με την άλλη τα χέρια τους άρχισαν και εχόρευαν, χορεύουσαι δε επηδούσαν ευχαρίστως μίαν κατόπιν της άλλης από τον κρημνόν. Μερικαί όμως δεν απέθανον, επειδή έπιπτον επάνω εις τα παιδία των και τους συντρόφους, των οποίων τα σώματα ήταν καρφωμένα πάνω εις τες μυτερές πέτρες του κρημνού»

Της Δέσπως Μπότση
https://www.youtube.com/watch?v=fZDJkcojlAk
Στις 23 Δεκεμβρίου 1803, στον πύργο του Δημουλά στο χωριό Ρηνιάσα (Ριζά) της Πρέβεζας, η Σουλιώτισσα Δέσπω Σέχου-Μπότση με τις κόρες, τις νύφες και τα εγγόνια της, αφού αντιστάθηκαν και πολέμησαν τους Τουρκαλβανούς, που τους κατεδίωκαν, ανατινάχτηκαν για να μην πέσουν στα εχθρικά χέρια και πέρασαν στην ιστορία. 


-Γιώργαινα ρίξε τ' άρματα, δεν είναι εδώ το Σούλι,
εδώ είσαι σκλάβα του πασά, σκλάβα των Αρβανίτων".

-Το Σούλι κι αν προσκύνησε κι αν τούρκεψεν η Κιάφα, 
η Δέσπω αφέντες Λιάπηδες δεν έκαμε, δεν κάνει.

 "Δεύτερο Ζάλογγο"

Μετά την παράδοση του Σουλίου, τον Δεκέμβριο του 1803 οι Σουλιώτες άρχισαν να εγκαταλείπουν το Σούλι κατά ομάδες. Η πιο τυχερη, η ομάδα του Φώτου Τζαβέλα, θα καταφέρει με αρκετές δυσκολίες να φτάσει σώα και αβλαβής στην Πάργα, και από κει στα Ιόνια νησιά. Η δεύτερη ομάδα όμως, αυτή, στο Ζάλογγο θα χτυπηθεί από τα στρατεύματα του Αλή Πασά (που παραβίασε τους όρους της συνθήκης, και άρχισε να κυνηγάει τους Σουλιώτες). Η τρίτη από τις ομάδες που δημιουργήθηκαν, αυτή με αρχηγό τον Νότη Μπότσαρη, αν και κατάφερε να φτάσει με ασφάλεια στο χωριό Βουργαρέλι, —χωριό στο οποίο είχαν αποφασίσει να κατοικήσουν μόνιμα— μόλις έμαθαν την παραβίαση των όρων της συνθήκης από τον Αλή Πασά και τις επιθέσεις των στρατιωτών του στους Σουλιώτες, αποφάσισε να φύγει από το χωριό. 

Η Μάχη στο Σέλτσο (τελευταία επιχείρηση της πολιορκίας του Σέλτσου), έλαβε χώρα , την 23η Απριλίου του 1804, στην περιοχή του χωριού Πηγές Άρτας, στην Ιερά Μονή Σέλτσου, ανάμεσα στους Σουλιώτες και τα στρατεύματα του Αλή Πασά. Από τους 1.400 περίπου Σουλιώτες που είχαν καταφύγει στην Ιερά Μονή στο Σέλτσο διασώθηκαν μόνο 65. Περισσότερα από 250 γυναικόπαιδα για να μην πέσουν στα χεριά των εχθρών έπεσαν στον γκρεμό.

Η εφ. "Η Καθημερινή" αναφέρει ότι "…Η Μάχη του Σέλτσου και η τελευταία θυσία των Σουλιωτών το 1804, είναι ένα δεύτερο Ζάλογγο, τραγικότερο ίσως, σχετικά άγνωστο στο ευρύ κοινό". 

Της Λένως
«Τούρκοι, για μην παιδεύεστε, μην έρχεστε σιμά μου, 
σέρνω φουσέκια στην ποδιά και βόλια στις μπαλάσκες. 
— Κόρη, για ρίξε τ' άρματα, γλίτωσε τη ζωή σου. 
— Τι λέτε, μωρ' παλιότουρκοι και σεις παλιοζαγάρια; 
Εγώ είμαι η Λένω Μπότσαρη, η αδερφή του Γιάννη, 
και ζωντανή δεν πιάνουμαι εις των Τουρκών τα χέρια».


 "Νέο Ζάλογγο"
Το ίδιο σκηνικό επαναλήφθηκε και στα χρόνια της Εθνικής Παλιγγενεσίας. Συγκεκριμένο στην Νάουσα το 1822, κατά την πολιορκία και την καταστροφή της πόλης από τους Τούρκους, αρκετές Ναουσαίες με τα παιδιά και τα μωρά τους, παίρνοντας ίσως δύναμη και από τις Σουλιώτισσες, πήδηξαν όλες μαζί, μία-μία στα αφρισμένα νερά του ποταμού Αράπιτσα, από τον γκρεμό, προτιμώντας τον βέβαιο θάνατο πάρα την την σκλαβιά και την ατίμωση.

2 σχόλια:

  1. Το πασίγνωστο δημοτικοφανές τραγούδι του Ιωάννη Θ. Σακελλαρίδη το οποίο διαδόθηκε τόσο πολύ που θεωρείται πια δημοτικό. Ζώντος, ακόμα, του Σακελλαρίδη θεωρήθηκε από πολλούς δημοτικό, γι΄αυτό και όσες φορές εκδόθηκε (βλ. και Ψάχος) χαρακτηρίστηκε ως τέτοιο.

    Η πρώτη δημοσίευση του τραγουδιού, σαφώς παλαιότερη των υπολοίπων, γίνεται στο βιβλίο του "Τυρταίος" (Ι. Σακελλαρίδη, Τυρταίος, Αθήναι, 1907) όπου ο ίδιος υπογράφει ως συνθέτης, σε αντίθεση με τα υπόλοιπα τραγούδια άλλων ή δημοτικά. Στο εν λόγω τραγούδι μάλιστα -το σημαντικότερο- αναφέρει ως ποιητή τον Σπύρο Περεσιάδη. Το τραγούδι πιθανώς ανήκει στο μελόδραμα του Περεσιάδη με τίτλο "Ζάλογγος". Απ' την άλλη, οι συλλογές δημοτικών τραγουδιών του Φωριέλ και του Ν. Πολίτη δεν περιλαμβάνουν το τραγούδι, ενώ, αντίθετα, ο Αλέξης Πολίτης έχει διατυπώσει την άποψη ότι η εμφάνισή του χρονολογείται στις αρχές του 20ου αι. Το τραγούδι, λοιπόν, κατά πάσα πιθανότητα γράφτηκε αρκετά χρόνια μετά την επανάσταση (από λόγιο ποιητή ως εκ του στίχου). Η περίοδος δράσης του Σακελλαρίδη αρχίζει περίπου μια πεντηκονταετία από την επανάσταση του 1821 και όλες οι ενδείξεις συντείνουν στο ότι είναι τελικά δική του σύνθεση. Εκτός του ότι ο ίδιος υπογράφει ρητά την σύνθεση στον "Τυρταίο" (σ. 141-142), πληροφορεί τους αναγνώστες του ότι το τραγούδι "χορεύεται με βήματα καλαματιανού" (!) κάτι που σαφώς υποδηλώνει πως επρόκειτο μέχρι τότε για άγνωστη σύνθεση. Άλλωστε και από το στοιχείο του ρυθμού του προκύπτει ότι το τραγούδι δεν θα μπορούσε να είναι ηπειρώτικο αφού ο καλαματιανός δεν υπάρχει στα ηπειρώτικα τραγούδια.

    Την απόδοση στον Σακελλαρίδη της πατρότητας του εν λόγω τραγουδιού επισφραγίζει και επιβεβαιώνει ο μαθητής του, Κωνσταντίνος Παπαδημητρίου, στην μνημειώδη ομιλία του για τον δάσκαλό του, στις 12 Ιουνίου 1939 στην αίθουσα του Παρνασσού, ενώπιον του εκλεκτότερου ακροατηρίου της τότε Αθήνας και δη ανθρώπων ειδημόνων της μουσικής όπως ο Μανώλης Καλομοίρης κ.ά.

    Τέλος, μια μουσική παρατήρηση, το ρεφραίν ("Έχετε γεια βρυσούλες") στην έκδοση από τον Σακελλαρίδη παρουσιάζει μικρές διαφορές από αυτό που επεκράτησε: τραγουδιέται μια οκτάβα ψηλότερα και έχει κάποιες πολύ μικρές διαφορές στη μελωδία. Είναι πολύ πιθανόν στην ευρεία του διάδοση να απλοποιήθηκε για να "έρθει στα μέτρα" του λαού, πράγμα συχνότατο στη δημοτική πρακτική.

    Παρά ταύτα, οποιαδήποτε πληροφορία δημοσιευθεί που θα απορρίπτει τα ανωτέρω, θα παρουσιάζει με περισσότερα στοιχεία το τραγούδι ως δημοτικό και γενικά θα συμβάλλει στην έρευνα θα μελετηθεί, και η ανάρτηση μας, ασφαλώς, θα τροποποιηθεί.

    Στην παρούσα ηχογράφηση η Κική Καψάσκη έχει την επιμέλεια της διδασκαλίας και της ενοχρήστρωσης, ενώ τραγουδάει και τα σόλο. Συμμετέχει χορωδία μαθητριών της από την Μαράσλειο Παιδαγωγική

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Το γεγονός αυτό ανάγεται στις μάχες που έδωσαν τα εκστρατευτικά σώματα του Αλή Πασά όταν αποφάσισε να καταστείλει τους Σουλιώτες που δρούσαν σε περιοχές του Πασαληκίου των Ιωαννίνων. Κατά τις τελευταίες εκείνες εκκαθαριστικές επιχειρήσεις, τέταρτες κατά σειρά, όταν περικυκλώθηκαν κάποια εναπομείναντα εκεί γυναικόπαιδα των Σουλιωτών, που είχαν καταφύγει στο υφιστάμενο ομώνυμο μοναστήρι, Μονή του Ζαλόγγου, που προκειμένου να μην υποστούν την αιχμαλωσία και άλλους εξευτελισμούς, αποφάσισαν να ριφθούν σε παρακείμενο γκρεμό, (φαράγγι),μαζί με τα βρέφη που κρατούσαν στην αγκαλιά τους.

    Κατά τα ίδια γεγονότα η κόρη του Νώτη Μπότσαρη, ενώ μετέφερε στους ώμους της την τραυματισμένη μητέρα της, βλέποντας ότι κινδύνευαν να συλληφθούν, έριξε τη μητέρα από έναν βράχο στον ποταμό Αχελώο και έπεσε και η ίδια.

    Εκείνη την εποχή ο εξευτελισμός των γυναικών εχρησιμοποιείτο από τον Αλή Πασά ως μέσο αντιμετώπισης των Σουλιωτών.[2] Ένας από τους τρόπους εξευτελισμού ήταν και η πώληση των γυναικών ως σκλάβων, σε εποχή που το εμπόριο λευκών σκλάβων μέσα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία ήταν νόμιμο και καταργήθηκε με φιρμάνι μόλις το 1830.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...

Συνολικες Προβολες