Παγιουμτζής-Βαμβακάρης-Μπάτης-Δελιάς |
Ανέστος Δελιάς (1912-1944): Από τούς κορυφαίους προπολεμικούς ρεμπέτες. Οργανοπαίκτης, συνθέτης, στιχουργός και
τραγουδιστής. Γνωστός στην πιάτσα ως
"Ανεστάκι" ή "Αρτέμης". Μέλος της θρυλικής τετράδας του Πειραία. Η πλέον τραγική φιγούρα στο χώρο του ρεμπέτικου καθώς βρέθηκε
πεθαμένος το 1944 σε ενα καροτσάκι στο Βαρβάκειο με το μπουζούκι του στο
χέρι. Ο Μάρκος Βαμβακάρης είχε πει χαρακτηριστικά για τον φίλο του Δελιά ότι ήταν «ένας άγγελος πεταμένος στα σκουπίδια», μια φράση που αποτυπώνει συμπυκνωμένα την ζωή του. Ο Δελιάς παρασύρθηκε στην ηρωίνη από τη φιλενάδα του, τη Κούλα Σκουλαρίκου,
μια γυναίκα από τις κακόφημες συνοικίες των Βούρλων. Παρά τις
επίμονες προσπάθειες των φίλων του, δεν κατάφερε να απεμπλακεί ο Δελιάς. Μάλιστα
το 1938 εξορίστηκε στην Ίο ως τοξικομανής. Με την προτροπή όμως του
επίσης εξόριστου στην Ίο Γεννήτσαρη θα ξεμπλέξει από την ηρωίνη. Όταν
γύρισε από την εξορία πήγε με τη Νταίζη Σταυροπούλου στη Θεσσαλονίκη.
Δούλεψε εκεί για μικρό διάστημα και τελικά επέστρεψε στην Αθήνα και στην
ηρωίνη. Με τη βοήθεια του Παγιουμτζή και του Γκόγκου κατάφερε και πάλι
να την κόψει, αλλά για λίγο.
Ήταν γιος του Παναγιώτη Δέλλιου, φημισμένου σαντουρίστα σε όλη τη Μικρά Ασία με το παρωνύμιο Μαύρη Γάτα και ανιψιός του λαϊκού βιολιστή Μιχάλη Δέλλιου. Γεννήθηκε το 1912 στη Σμύρνη. Ήρθε στην Ελλάδα το 1920 κι εγκαταστάθηκε οικογενειακώς στη Δραπετσώνα. Από μικρός άρχισε να ασχολείται με την κιθάρα, ενώ το μπουζούκι το έπιασε για πρώτη φορά στα χέρια του γύρω στο 1930, με την προτροπή του Μάρκου Βαμβακάρη. Το 1934, μαζί με τον Βαμβακάρη, τον Στράτο Παγιουμτζή και τον Γιώργο Μπάτη δημιούργησαν την πρώτη επίσημη ρεμπέτικη κομπανία στην Ελλάδα. Η "Τετράς η ξακουστή του Πειραιώς", όπως ονομάστηκε, ξεκίνησε τις εμφανίσεις της το καλοκαίρι του 1934. Εκεί, ο Ανέστος παρουσίασε τα πρώτα του τραγούδια, τα οποία μπήκαν στη δισκογραφία τα επόμενα χρόνια. Ανάμεσά τους "Τον άντρα σου και μένα" και «Ο πόνος του πρεζάκια», δύο τραγούδια προφητικά για τον ίδιο. Το 1935 έγραψε το δημοφιλέστατο τσιφτετέλι Μέσα στης Πόλης το χαμάμ», που ηχογραφήθηκε σε αυθεντικές εκτελέσεις με τον Παγιουμτζή, τον Παπαϊωάννου, αλλά και πολλούς άλλους. Ο Δελιάς δεν ηχογράφησε πολλά τραγούδια, περίπου 23 διότι όπως ο Γιώργος Μπάτης, ο Βαγγέλης Παπάζογλου, ο Γιοβάν Τσαούς και άλλοι ρεμπέτες σταμάτησαν το 1937, όταν το Μεταξικό καθεστώς επέβαλε λογοκρισία. Τα υπόλοιπα γνωστότερα τραγούδια του είναι η Αθηναίισσα, Έκανες τη φιγούρα σου μάγκα στη γειτονιά μου, Για ένα παλιό σακάκι, Δεν είδανε τα μάτια μου τέτοια καλή γυναίκα, Μάγκες πιάστε τα βουνά, Ο Νίκος (Μάθεσης) ο Τρελλάκιας, Όταν μπουκάρω στον τεκέ, Πάρε ένα γυαλί και κόψε το λαιμό σου, Η πρέζα, Βρε μάγκα μου το μαχαίρι σου (ή Το κουτσαβάκι), Φιγουρατζής κ.α.
ΤΕΤΡΑΣ Η ΞΑΚΟΥΣΤΗ
https://www.youtube.com/watch?v=8zm1RLeuiyo
Βρε μάγκα το μαχαίρι σου (Το κουτσαβάκι)
https://www.youtube.com/watch?v=NEnCvzL4IWc
Συνθέτης Α. Δελιάς, κιθάρα Κ. Καρίπης και μπαγλαμά ο Γ. Μπάτης.
Έτος ηχογρ.1936
Ο Πόνος του Πρεζάκια
https://www.youtube.com/watch?v=1-E3knlF-2k
Στίχοι-Μουσική-Εκτέλεση: Ανέστης Δελιάς
"Αν είναι αλήθεια και όχι μύθος αυτό που αναφέρει και ο Μιχάλης Γεννήτσαρης και ο Πετρόπυλος σε βιβλίο ότι εκείνη το έβαζε όταν κοιμόταν, για να μην τον χάσει ήθελε κρέμασμα. Όμως τί λέω? Σαμπώς κι αυτή ήτανε καλά, καταλάβαινε? Αλλά η πουτάνα η πρέζα τρώει τα καλύτερα μέλη αυτής της γαμημένης κοινωνίας..." mr nobody 35:00-39:00
Τον άντρα σου και μένα
https://www.youtube.com/watch?v=vosEybkNdaQ
Σύνθεση του Ανέστη Δελιά για την Σκουλαρίκου, το ερμηνεύει ο ίδιος μαζί με το Στράτο
Παγιουμτζή. Ηχογραφήθηκε το 1937. Ηχογραφήθηκε το 1937. Ορχήστρα με μπουζούκι (Ανέστης Δελιάς), μπαγλαμά
(Γιώργος Μπάτης), κιθάρα (Κώστας Σκαρβέλης) και πιθανόν τζουρά (Στράτος
Παγιουμτζής).
αλλαξέ πια τη γνώμη σου, τα νιάτα μου θα χάσω."
Ανέστος Δελιάς - Ο Πόνος του Πρεζάκια
ΑπάντησηΔιαγραφήΑπ’ τον καιρό που άρχισα την πρέζα να φουμάρω,
ο κόσμος μ’ απαρνήθηκε δεν ξέρω τι να κάνω,
ο κόσμος μ’ απαρνήθηκε δεν ξέρω τι να κάνω,
απ’ τον καιρό που άρχισα την πρέζα να φουμάρω.
Όπου σταθώ κι όπου βρεθώ ο κόσμος με πειράζει
και η ψυχή μου δεν κρατά πρεζά να με φωνάζει
και η ψυχή μου δεν κρατά πρεζά να με φωνάζει,
όπου σταθώ κι όπου βρεθώ ο κόσμος με πειράζει.
Απ’ τη μυτιά που τράβαγα άρχισα και βελόνι
και το κορμί μου άρχισε σιγά σιγά να λειώνει
και το κορμί μου άρχισε σιγά σιγά να λειώνει,
απ’ τη μυτιά που τράβαγα άρχισα και βελόνι.
Τίποτα δε μ’ απόμεινε στο κόσμο για να κάνω,
αφού η πρέζα μ’ έκανε στους δρόμους ν’ αποθάνω,
αφού η πρέζα μ’ έκανε στους δρόμους ν’ αποθάνω,
τίποτα δε μ’ απόμεινε στο κόσμο για να κάνω.